Η κυβέρνηση στη Βρετανία προσπαθεί να βρει αγοραστή από τη Μέση Ανατολή για την εξαγορά της βρετανικής Silicon Valley Bank (SVB UK) -η οποία είναι θυγατρικής της αμερικανικής τράπεζας SVB, η οποία κατέρρευσε.
Στόχος της βρετανικής κυβέρνησης είναι να αποτρέψει τη διάχυση των συνεπειών από την κατάρρευση της SVB στον τεχνολογικό τομέα, όπως ανέφερε σήμερα δημοσίευμα της εφημερίδας “The Financial Times”.
H SVB UK έχει οικονομικό ύψος καταθέσεων 7 δισεκατομμυρίων λιρών (8,42 δισεκατομμυρίων δολαρίων) με την Κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας (BoE) να τη θεωρεί ως τράπεζα που έχει πτωχεύσει, την Παρασκευή, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα που επικαλείται πηγές που έχουν ενημερωθεί για το ζήτημα αυτό. Η κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας το υποστηρίζει αυτό, γιατί η αγγλική θυγατρική στηριζόταν στην αμερικανική ως προς την ρευστότητά της , με την οποία υποστήριζε ένα τόσο μεγάλο ύψος καταθέσεων.
Ο αγοραστής από τη Μέση Ανατολή έχει ηγετικό ρόλο στην κατάθεση προσφορών για την εξαγορά, όπως αναφέρει το δημοσίευμα.
Ο Σούνακ παραδέχεται το πρόβλημα
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ δήλωσε σήμερα ότι αναγνωρίζει τη “νευρικότητα” γύρω από την κατάρρευση της τράπεζας Silicon Valley Bank (SVB), αλλά, όπως είπε, η κυβέρνησή του εργάζεται για την εξεύρεση μιας λύσης που θα εξασφαλίσει την οικονομική ρευστότητα των πελατών της τράπεζας, αλλά και τις ανάγκες για ρευστό χρήμα. Η βρετανική κυβέρνηση επιδιώκει τώρα να εξασφαλίσει ρευστότητα για την βρετανική θυγατρική, με την εξαγορά της, ώστε να μην διαταραχθεί ο κλάδος των εταιριών τεχνολογίας. Όπως στην Αμερική έτσι και στην Βρετανία, η SVB είχε βασικούς πελάτες εταιρίες τεχνολογίας. Το Λονδίνο προσπαθεί να περιορίσει τις συνέπειες από την κατάρρευση της τράπεζας στις βρετανικές εταιρίες τεχνολογίας και τους άλλους πελάτες της.
Ο Σούνακ δήλωσε στους δημοσιογράφους ταξιδεύοντας στις ΗΠΑ ότι ο ίδιος κατανοεί “το άγχος και τις ανησυχίες των πελατών της τράπεζας” και ότι η κυβέρνηση “διασφαλίζει ότι μπορούμε να εργαστούμε για την εξεύρεση μιας λύσης που θα εξασφαλίσει την λειτουργική οικονομική ρευστότητα των πελατών της, αλλά και τις ανάγκες τους σε ρευστό χρήμα”.