Η παιδική φτώχεια, για την οποία η χώρα μας έχει πάρει «κίτρινη κάρτα» από την Κομισιόν, δεν είναι ένα μονοδιάστατο στατιστικό μέγεθος. Σε μια σχολική τάξη με 30 παιδιά – όπως τείνουν να μετατραπούν οι τάξεις των δημόσιων σχολείων με τις συγχωνεύσεις τμημάτων – κατά μέσο όρο τα εννιά από αυτά αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας.
Όπως έχει αποδείξει επιστημονική μελέτη της ερευνήτριας του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) Ειρήνης Λεριού, η παιδική φτώχεια έχει πολλαπλές διαστάσεις και δεν είναι μόνο οικονομική. Ο σύνθετος δείκτης παιδικής φτώχειας προκύπτει από έξι επί μέρους δείκτες. Οι τρεις πρώτοι είναι αμιγώς οικονομικοί και αφορούν τις συνθήκες διαβίωσης στο σπίτι, τη διατροφή και την ανεργία των κηδεμόνων. Οι άλλοι τρεις συνδέονται με παράγοντες μη οικονομικούς: Η δωρεάν υγεία, η ηθική εκπαίδευση, η σχόλη. Η συχνά υποτιμημένη διάσταση της ηθικής εκπαίδευσης αφορά το πώς τα παιδιά διδάσκονται αξίες, όπως η ενσυναίσθηση, η αγάπη στον άνθρωπο, τα ζώα και τη φύση, η κοινωνική αλληλεγγύη. Η διάσταση της σχόλης αφορά τον ελεύθερο χρόνο των παιδιών, τις εξωσχολικές δραστηριότητες, την ψυχαγωγία, την άθληση, τον πολιτισμό, την κοινωνικοποίηση.
H υγειονομική παιδική φτώχεια
Η νέα έρευνα για την πολυδιάστατη παιδική φτώχεια, που δημοσιεύτηκε στο τελευταίο δελτίο του ΚΕΠΕ, εστιάζει αποκλειστικά στον τέταρτο δείκτη, την ένδεια υπό το πρίσμα της δημόσιας υγείας. Εξετάζει πώς η υγειονομική παιδική φτώχεια συνδέεται τόσο με το δημογραφικό ζήτημα, όσο και με το ασφαλιστικό σύστημα.
Το ενδιαφέρον με την έρευνα είναι ότι δεν περιορίζεται στις διαπιστώσεις. Περιλαμβάνει χειροπιαστές προτάσεις, που μπορούν να μας βοηθήσουν να ξεφύγουμε από τους «ομόκεντρους φαύλους κύκλους», των αιτιών και των επιπτώσεων της παιδικής υγειονομικής φτώχειας.
Όπως αποδεικνύει με στοιχεία η ερευνήτρια, το γεγονός ότι οι φτωχότεροι γονείς δεν μπορούν να διασφαλίσουν στα παιδιά τους επαρκείς και ποιοτικές υπηρεσίες υγείας, λειτουργεί αποθαρρυντικά στη δημιουργία οικογένειας (ιδίως πολυμελούς), συμβάλλει στη μείωση των γεννήσεων και τη μεγέθυνση του δημογραφικού προβλήματος.
Αντίστοιχα, τα παιδιά που αντιμετωπίζουν σήμερα υγειονομική φτώχεια, τείνουν να έχουν χειρότερες σχολικές και ακαδημαϊκές επιδόσεις και κινδυνεύουν να βρεθούν σε αντίστοιχες συνθήκες υγειονομικής φτώχειας ως ενήλικες. Είναι πολύ πιθανόν να καταστούν ανασφάλιστοι, να χάσουν την πρόσβαση σε δωρεάν υγεία, αναπαράγοντας τον φαύλο κύκλο της υγειονομικής ένδειας και του δημογραφικού προβλήματος. Από εκεί ξεκινάει ένας νέος ομόκεντρος φαύλος κύκλος, αφού η νέα πιθανή επιδείνωση του δημογραφικού, οδηγεί σε νέες πιέσεις στο ασφαλιστικό σύστημα, απειλώντας τη βιωσιμότητά του.
Η υγειονομική φτώχεια πλήττει περισσότερο τα παιδιά που ζουν σε ορεινές, αγροτικές και νησιωτικές περιοχές
Μια σκληρή πραγματικότητα
Πίσω από τις ερευνητικές διαπιστώσεις, κρύβεται μια σκληρή καθημερινή πραγματικότητα. Φανταστείτε την ίδια τάξη των 30 παιδιών, με τα εννιά από αυτά να ξυπάνε κάθε πρωί χωρίς υγιεινό πρωϊνό, να τρέφονται άτσαλα, με φαγητά – σαβούρες, να μεγαλώνουν χωρίς τακτικές επισκέψεις στον γιατρό και όταν χρειαστούν κάτι επείγον να τρέχουν σε υποστελεχωμένες και υποβαθμισμένες δημόσιες δομές υγείας.
Φανταστείτε τώρα μια άλλη τάξη, πιθανόν με λιγότερα παιδιά, σε μια απομακρυσμένη περιοχή της Ελλάδας, όπου οι δημόσιες δομές υγείας είναι ακόμα πιο υποβαθμισμένες ή/και πιο δύσκολα προσβάσιμες. Σε αυτές τις τάξεις τα παιδιά που υποφέρουν από υγειονομική ένδεια είναι αναλογικά περισσότερα, όπως ισχύει αντίστοιχα στις υποβαθμισμένες αστικές περιοχές.
Τα χαλασμένα δόντια, τα ελλιπή εμβόλια, η παιδική παχυσαρκία, που είναι η άλλη όψη του υποσιτισμού, η αδυναμία κάλυψης ιατρικών και φαρμακευτικών αναγκών, δεν είναι αφηρημένες έννοιες. Είναι οι τουλάχιστον 100.000 ανήλικοι που μπορεί να μην ξέρουν τι θα πει επίσκεψη σε παιδο-ενδοκρινολόγο ή γυναικολόγο για εφήβους, που οι γονείς τους έχουν ήδη παραμελημένη και επιβαρυμένη υγεία και που όταν μεγαλώσουν θα γίνουν με τη σειρά τους «υγειονομικά φτωχοί» ενήλικες.
Όταν ο ένας στους δέκα Έλληνες αναφέρει ότι δεν μπόρεσε να έχει πρόσβαση σε ιατρικές υπηρεσίες λόγω κόστους, ποσοστό διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και ο ένας στους πέντε είχε ακάλυπτες ιατρικές ανάγκες τους τελευταίους 12 μήνες (έρευνα ΟΟΣΑ 2024), δεν μπορούμε να μιλάμε για δίκαιη ανάπτυξη και ευημερία για όλους.
Η υγειονομική παιδική φτώχεια στην Αττική το διάστημα 2018-2023 -πηγή ΚΕΠΕ
Το προφίλ της παιδικής υγειονομικής ένδειας
Τα παιδιά που καταγράφονται ως «υγειονομικά φτωχά», αισθάνονται ότι δεν μπορούν να απολαύσουν απρόσκοπτα, δωρεάν και υψηλής ποιότητας υπηρεσίες υγείας.
Από την επεξεργασία των στατιστικών δεδομένων για την περίοδο 2022-2024, προκύπτει αύξηση της υγειονομικής παιδικής ένδειας σε πανελλαδικό επίπεδο την τελευταία σχολική χρονιά 2023-2024 στο 4,8%, από 3,2% το αμέσως προηγούμενο σχολικό έτος.
Όπως αποδεικνύει με στοιχεία η έρευνα του ΚΕΠΕ, τα παιδιά που βιώνουν υγειονομική ένδεια έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Είναι πιο πιθανόν να κατοικούν σε νησιωτικές, αγροτικές ή ορεινές περιοχές. Η υγειονομική παιδική φτώχεια στην ελληνική ύπαιθρο φτάνει το 5,9%, έναντι 3,5% στο μέσο όρο των αστικών περιοχών.
Επίσης τα παιδιά που καταγράφονται ως «υγειονομικά φτωχά» είναι πιο πιθανόν να προέρχονται από μονογονεϊκές ή/και πολύτεκνες οικογένειες, να έχουν μεταναστευτικό ή προσφυγικό υπόβαθρο. Να καταγράφουν μη ικανοποιητικές σχολικές επιδόσεις.
Τα υψηλότερα ποσοστά υγειονομικής ένδειας εμφανίζονται στις πολύτεκνες οικογένειες με τέσσερα παιδιά και άνω (6,3%), και στα παιδιά με αδύναμη σχολική επίδοση (6,7%).
πήγη: ΚΕΠΕ
Τι λύσεις προτείνονται – Προτάσεις πολιτικής
Η μελέτη προτείνει συγκεκριμένες λύσεις για να αντιμετωπιστεί η παιδική φτώχεια στον τομέα της δημόσιας υγείας, ενισχύοντας παράλληλα το ασφαλιστικό σύστημα και τονώνοντας το δημογραφικό.
Η βασική πρόταση είναι, όλες οι ιατρικές πράξεις των παιδιών των κατηγοριών που αντιμετωπίζουν υγειονομική ένδεια να γίνονται με πλήρη χρηματοδότηση από τον ΕΟΠΠΥ. Ειδικότερα η συμμετοχή των κηδεμόνων τους σε αυτές να είναι αμιγώς μηδενική.
Προκειμένου το ασφαλιστικό σύστημα να μην καταστεί ελλειμματικό από αυτή την επιπλέον υποχρέωση, προτείνεται προληπτικά (και όχι κατασταλτικά) η εφαρμογή ενός προγράμματος συμμόρφωσης και ηθικής εντός των κόλπων του ΕΟΠΠΥ. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που έχει σχεδιαστεί για την πρόληψη και τον εντοπισμό μιας παραβατικής συμπεριφοράς και μπορεί να εφαρμοστεί σε συνταξιοδοτικά ταμεία και εν γένει σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης. Η εφαρμογή προγραμμάτων συμμόρφωσης και ηθικής σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης έχει συνδεθεί με την ενίσχυση της βιωσιμότητας των ασφαλιστικών συστημάτων.
H έρευνα του ΚΕΠΕ υποστηρίζει – παραπέμποντας σε επιστημονικές μελέτες – ότι η υιοθέτηση μιας τέτοιας πολιτικής αναμένεται να έχει θετικά αποτελέσματα στη σχολική επίδοση των μαθητών των ανωτέρω κατηγοριών. Με τη σειρά τους τα παιδιά ως ενήλικες θα έχουν καλύτερες εργασιακές προοπτικές, συμβάλλοντας στη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
Παράλληλα, η απρόσκοπτη πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες δωρεάν υγείας για τα πιο ευάλωτα παιδιά, θα συμβάλλει εμμέσως στην αντιμετώπιση του δημογραφικού. Η βελτίωση του δείκτη γεννήσεων, προϋπόθεση για να «ανασάνει το ασφαλιστικό», περνάει μέσα και από την καταπολέμηση της παιδικής υγειονομικής φτώχειας.