More

    Κίνα: Τι σημαίνει το άνοιγμα των συνόρων της για την ίδια και για τον πλανήτη

    Τη σημασία του ανοίγματος των κινεζικών συνόρων, τόσο για την ίδια τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, όσο και για ολόκληρο τον πλανήτη εξετάζει σε πρόσφατη ανάλυσή του ο Economist.

    Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η οικονομική εφημερίδα, η Κίνα έχει περάσει 1.016 ημέρες αποκομμένη από τον υπόλοιπο κόσμο, προσπαθώντας να συγκρατήσει την εξάπλωση του κοροναϊού, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση της ανάπτυξής της, που κινήθηκε κάτω από το 3% για το 2022 (περίπου 5,5% λιγότερο από τον επίσημο στόχο, που αντιστοιχεί σε περίπου μισό τρισεκατομμύριο δολάρια). Ταυτόχρονα, τα σκληρά μέτρα που επέβαλε σε αυτό το διάστημα η κινεζική κυβέρνηση προκάλεσε τεράστια προβλήματα στις σημαντικότερες εφοδιαστικές αλυσίδες του πλανήτη, ενώ και ο τουρισμός από και προς την Κίνα κατέρρευσε.

    Και ξαφνικά, η μακροβιότερη πολιτική μηδενικής ανοχής απέναντι στην πανδημία έφτασε στο τέλος της, με σχεδόν όλους τους περιορισμούς να αίρονται ταυτόχρονα. Όπως τονίζει ο Economist, πρόκειται για μια αλλαγή που θα γίνει άμεσα αισθητή σε ολόκληρο τον πλανήτη, με τη μορφή της αυξημένης ζήτησης για ενέργεια και προϊόντα. Επενδυτές και στελέχη πολυεθνικών εταιρειών θα επιχειρήσουν να επισκεφθούν συναδέλφους και εργοστάσια. Το άνοιγμα της Κίνας, υποστηρίζει η οικονομική εφημερίδα «σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής: αυτής της παγκόσμιας πανδημίας».

    Εμπόδια και ανάκαμψη

    Όμως, το άρθρο προσθέτει πως «η κανονικότητα δεν θα έρθει αμέσως. Εκτιμάται ότι περίπου 37 εκατ. άνθρωποι την ημέρα κολλούν κοροναϊό στην Κίνα. Τα νοσοκομεία δυσκολεύονται να ανταποκριθούν, όπως και τα κρεματόρια. Οι αρχές αναγνωρίζουν ελάχιστους θανάτους και αντιμετωπίζουν τεράστιες προκλήσεις καθώς προσπαθούν να κρατήσουν ανοιχτές τις γραμμές παραγωγής. Η Tesla, η αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία, ανέστειλε τη λειτουργία του εργοστασίου της στη Σαγκάη την παραμονή των Χριστουγέννων. Υπάρχουν φόβοι ότι οι τοπικές αρχές μπορεί να αρχίσουν να σφραγίζουν ολόκληρες πόλεις για να συγκρατήσουν τα κρούσματα. Ο Τόμι Γου της Commerzbank υποστηρίζει ότι η οικονομία θα μπορούσε να σημειώσει ύφεση στο πρώτο τρίμηνο από το άνοιγμά της. Όμως η ανάκαμψη εντέλει θα έρθει νωρίτερα από ό,τι περίμεναν οι αναλυτές. Αρκετοί πιστεύουν ότι η περίοδος της μεγάλης αβεβαιότητας θα λήξει πριν τα τέλη Μαρτίου,. Τότε, θα ξεκινήσει μια ανάκαμψη που θα επιταχύνεται καθώς το έτος προχωρά».

    Αύξηση της καταναλώσης

    Μαζί με την παραγωγή, θα έρθει και η αύξηση της κατανάλωσης, σύμφωνα με τον Economist. «Τα νοικοκυριά αποταμίευσαν το ένα-τρίτο των εισοδημάτων τους στη διάρκεια της περσινής χρονιάς. Φέτος, πολλοί θα σταθούν και πάλι στα πόδια τους έπειτα απ0ό ένα διάστημα ανεργίας, μισθολογικής στασιμότητας και μείωσης της αξίας των κατοικιών τους, συγκρατώντας τις αλόγιστες δαπάνες. Όμως η Ζακλίν Ρονγκ της BNP Paribas, πιστεύει ότι η κατανάλωση των νοικοκυριών θα σημειώσει αύξηση της τάξης του 9% το 2023.

    »Το άνοιγμα θα ωφελήσει και τον τομέα των ακινήτων που μαστίζεται από προβλήματα, αν και σημαντικό ρόλο σε αυτό θα διαδραματίσουν και οι πολιτικές αποφάσεις. Το Νοέμβριο, με τη χαλάρωση των μέτρων κατά του κοροναϊού, η κυβέρνηση διευκόλυνε την πρόσβαση των εργολάβων σε χρηματοδότηση. Η κίνηση αυτή θα πρέπει να βοηθήσει τις ισχυρότερες εταιρείες να αποφύγουν τη χρεοκοπία και να ολοκληρώσουν την κατασκευή διαμερισμάτων που έχουν προπωλήσει σε αγοραστές. Στο Κεντρικό Συνέδριο Οικονομικών Εργασιών της Κίνας το Δεκέμβριο, αξιωματούχοι δεσμεύτηκαν να υποστηρίξουν την θεμελιώδη ζήτηση αντί των επικίνδυνων αγορών. Για αυτό το σκοπό, ενδέχεται να προχωρήσουν σε περαιτέρω μείωση των επιτοκίων των στεγαστικών δανείων καθώς επίσης και της απαιτούμενης προκατανολής».

    Πέρα από τα σύνορα

    Η οικονομική εφημερίδα συνεχίζει εξετάζοντας τις πιθανές συνέπειες του κινεζικού ανοίγματος για τον υπόλοιπο πλανήτη. Στη διάρκεια του lockdown της Σαγκάης, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022, η ζήτηση της Κίνας για πετρέλαιο μειώθηκε κατά 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Στο παρελθόν, τέτοιου είδους μείωση των κινεζικών δαπανών θα είχαν αφαιρέσει από την παγκόσμια οικονομία μια ζωτική μηχανή ανάπτυξης. Όμως τώρα τα πράγματα ήταν διαφορετικά, αφού η μείωση συνέπεσε με την υπερθέρμανση της αμερικανικής οικονομίας και την ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη. «Τουλάχιστον αυτή τη φορά η Κίνα δεν συμβάλλει στον πληθωρισμό», δήλωσε χαρακτηριστικά στον Economist ο Λούις Κούις της S&P Global.

    Η ανάκαμψη της Κίνας θα αυξήσει την παγκόσμια ανάπτυξη για τον απλούστατο λόγο ότι η Κίνα αποτελεί μεγάλο κομμάτι της παγκόσμιας οικονομίας. Η HSBC θεωρεί ότι σε διάστημα ενός έτους, δηλαδή στο πρώτο τρίμηνο του 2024, το ΑΕΠ της Κίνας θα είναι έως και 10% υψηλότερο σε σχέση με το δύσκολο πρώτο τρίμηνο του 2023. Σύμφωνα με εκτίμηση της οικονομικής εφημερίδας, η Κίνα στο διάστημα της ανάκαμψής της θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει ακόμη και τα δυο-τρίτα της παγκόσμιας ανάπτυξης της περιόδου.

    Παρενέργειες

    Μακροπρόθεσμα, όμως, θα υπάρξουν και παρενέργειες. Σε άλλες μεγάλες οικονομίες, η δέσμευση που περιορίζει την οικονομική διεύρυνση είναι η νομισματική πολιτική, καθώς οι κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια για να περιορίσουν τον πληθωρισμό. Αν το άνοιγμα της κινεζικής οικονομίας αυξήσει την παγκόσμια ζήτηση και επομένως τις πιέσεις στις τιμές σε ασφυκτικά επίπεδα, οι κεντρικές τράπεζες θα ασκήσουν αυστηρότερη πολιτική για να αντιμετωπίσουν την απειλή. Σε ένα τέτοιο σενάριο, το άνο9ιγμα της Κίνας μπορεί να μην φέρει μεγαλύτερη ανάπτυξη για τον υπόλοιπο πλανήτη, αλλά περαιτέρω αύξηση του πληθωρισμού και των επιτοκίων.

    Η πιο απτή επίδραση που ασκεί η Κίνα αφορά στα εμπορεύματα. Καταναλώνει σχεδόν το ένα-πέμπτο του παγκόσμιου πετρελαίου, πάνω από τον μισό εξευγενισμένο χαλκό, νικέλιο και ψευδάργυρο και πάνω από τα τρία-πέμπτα του σιδηρομεταλλεύματος. Στις 4 Νοεμβρίου, μια απλή φήμη ότι η Κίνα ετοιμαζόταν να ανοίξει οδήγησε σε αύξηση 7% επί της αξίας του χαλκού μέχρι το τέλος της ημέρας. Καθώς οι φήμες γίνονται πραγματικότητα, η ζήτηση της Κίνας για μέταλλα, σιτηρά και ενέργεια θα δώσουν ώθηση στους εξαγωγείς, αλλά θα προκαλέσουν προβλήματα στους εισαγωγείς, προκαλώντας άλλον έναν πονοκέφαλο στις κεντρικές τράπεζες που ήδη παλεύουν με τον πληθωρισμό.

    Οι γείτονες της Κίνας, πάντως, δεν θα δουν τη σημαντικότερη διαφορά από το εμπόριο αγαθών προς την Κίνα, αλλά από το εμπόριο τουριστικών προορισμών στους Κινέζους, που εδώ και τρία χρόνια περιμένουν να ταξιδέψουν και πάλι. Για παράδειγμα, η Ταϊλάνδη θα μπορούσε να σημειώσει έως και 3% μεγαλύτερη ανάπτυξη εξαιτίας του κινεζικού ανοίγματος, σύμφωνα με τη Goldman Sachs.

    Ο Σι πουλά μια κωλοτούμπα

    Παράλληλα, ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ είναι υποχρεωμένος να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της πολιτικής μηδενικής ανοχής και της βιαστικής εγκατάλειψής της στην εικόνα της χώρα του στην παγκόσμια αγορά. Πολλοί επενδυτικοί οίκοι αναθεώρησαν την εκτίμηση κινδύνου τους για την Κίνα και θα διοχετεύσουν λιγότερους πόρους στη χώρα στη διάρκεια των τριών επόμενων ετών, εκτός εάν τους δοθούν τα κατάλληλα ανταλλάγματα.

    Βαθιές καταστροφές έχουν προκληθεί και σε σημαντικά κομμάτια της κινεζικής εφοδιαστικής αλυσίδας. Για τις ξένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα, ήταν η πρώτη φορά που η κεντρική πολιτική προκάλεσε εμπόδια στη λειτουργία των εργοστασίων. Πολλές εταιρείες πλέον είναι πρόθυμες να επωμιστούν το κόστος της μεταφοράς των γραμμών παραγωγής τους σε άλλες χώρες.

    Ο Economist υποστηρίζει ότι έπειτα από τρία χρόνια πολιτικών μηδενικής ανοχής απέναντι στην Covid-19, οι αρμόδιοι έχουν αρχίσει να αισθάνονται άνετα απέναντι στο ενδεχόμενο φυγής από την Κίνα, γεγονός που φαίνεται και στον αριθμό των επιχειρήσεων που πράγματι κάνουν το βήμα.

    Τοπικοί αξιωματούχοι από επαρχίες όπως η Φουτζιάν, η Γκουανγκντόνγκ, η Τζιανγκσού, η Σιτσουάν και η Ζετζιάνγκ σχεδιάζουν, σύμφωνα με τα κρατικά κινεζικά ΜΜΕ, ταξίδια στο εξωτερικό με στόχο να μεταπείσουν τους επενδυτές. Στις αρχές Δεκεμβρίου, οι κινέζοι ηγέτες ανακοίνωσαν ότι εστιάζουν την προσοχή τους στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων, ρητορική από την οποία απείχαν επί πολλά χρόνια, όπως επεσήμανε στον Economist ο Ρόμπιν Σι της Morgan Stanley.

    «Είναι προφανές ότι θέλουν να διατηρήσουν τη θέση τους στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα», εξήγησε. Ωστόσο, καταλήγει σκωπτικά η οικονομική εφημερίδα, «θα χρειαστούν εξαιρετικά πολλές συναντήσεις για να επιδιορθωθεί το χάος του 2022».

    Newsroom
    Newsroomhttps://ekozani.gr
    Γίνε εσύ ο ρεπόρτερ και στείλε την είδηση της ημέρας... info@ekozani.gr
    spot_img

    more news