Ευρεία διαβούλευση για το πλήγμα που έφερε η πανώλη των αιγοπροβάτων στην κτηνοτροφία πραγματοποίησαν φορείς και καταναλωτές, ενώ οργανώνονται και διεκδικούν λύσεις, για να μην υπάρξουν ελλείψεις τυροκομικών προϊόντων στην αγορά.
Στο πλαίσιο αυτό ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Κώστας Τσιάρας δηλώνει ότι μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου θα έχει ελεγχθεί η πανώλη των μικρών μηρυκαστικών και θα αρθούν τα περιοριστικά μέτρα, ενώ ήδη ανακοινώθηκε μερική «χαλάρωση» των μέτρων, καθώς επιτρέπονται οι μετακινήσεις σε νομούς που δεν υπάρχουν κρούσματα. Στόχος είναι να μην υπάρχουν ελλείψεις τον Οκτώβριο, που ξεκινάει η περίοδος της εισκόμισης γάλακτος για την τυροκομία–γαλακτοκομία. Τα βασικά σενάρια κινδύνου που πρέπει να αποφευχθούν, είναι να πληγεί η «ναυαρχίδα» των ελληνικών εξαγωγών, που είναι η φέτα ΠΟΠ καθώς και να ανέβουν ανεξέλεγκτα οι τιμές στο κρέας και γαλακτοκομικά, λόγω μείωσης του ζωϊκού κεφαλαίου. Όταν ξεκίνησε η πανώλη των μικρών μηρυκαστικών στην Ελλάδα, πηγές εντός του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, ανέφεραν, σύμφωνα με δημοσιεύματα, ότι επίκεινται ανατιμήσεις σε δημοφιλή προϊόντα που παράγονται από αιγοπρόβειο γάλα (φέτα, γραβιέρα κ.λπ). Ωστόσο, μόλις χθες ο ο υπουργός Κ. Τσιάρας, δήλωσε ότι δεν δικαιολογούνται αυξήσεις τιμών λόγω της πανώλης.
Από την πλευρά τους οι κτηνοτρόφοι και επαγγελματίες του κλάδου, που μετράνε ακόμα τις πληγές τους όχι μόνο από την πανώλη, οργανώνονται και αποφασίζουν το επόμενο βήμα τους. Αυτό που ζητάνε από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, πέρα από τις αποζημιώσεις, είναι να συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων και να μην παραγκωνίζονται. Αυτό ειπώθηκε μεταξύ άλλων στη διακλαδική σύσκεψη φορέων της παραγωγής και εμπορίας αγροκτηνοτροφικών προϊόντων που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 23 Αυγούστου στη Θεσσαλονίκη. Τη σύσκεψη συγκάλεσε ο Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ), ενώ εκτός από κτηνοτρόφους συμμετείχαν επίσης εκπρόσωποι των εισαγωγέων, σφαγείων, κρεοπωλών, μονάδων μεταποίησης αλλά και ενώσεις καταναλωτών. Στόχος τους ήταν να καταλήξουν σε κοινές θέσεις διεκδίκησης λύσεων στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος σε όλα τα επίπεδα και ειδικά στην κρίση που περνάει η αιγοπροβατοτροφία μετά τη ζωονόσο της πανώλης.
Ακριβέστερα οι κτηνοτρόφοι επικαλούνται τον ισχύοντα Ευρωπαϊκό Κανονισμό για τις μεταδοτικές νόσους των ζώων (2016/429), και υποστηρίζουν ότι δεν εφαρμόστηκαν οι κοινοτικές οδηγίες. Επιρρίπτουν ευθύνες στην κυβέρνηση και το ΥΠΑΑΤ, ότι προχώρησαν σε αυθαίρετες ενέργειες, χωρίς να διαβουλευθούν με τους εμπλεκόμενους φορείς. Συγκεκριμένα διαφωνούν τόσο με το ότι συνεχίστηκαν οι εισαγωγές αρνιών από τη Ρουμανία, τη χώρα από την οποία ξεκίνησαν τα κρούσματα της πανώλης, αλλά και με την οριζόντια απαγόρευση μετακινήσεων των εγχώριων ζώων. Συγκεκριμένα ο τεχνικός σύμβουλος του ΣΕΚ, αγρότης–κτηνοτρόφος, κ. Θωμάς Μόσχος αναφέρει πως: «Το ΥΠΑΑΤ θα έπρεπε το ίδιο να έχει συγκαλέσει κοινή επιτροπής διαβούλευσης, με τη συμμετοχή όλων των φορέων, από την πρώτη στιγμή που διαπιστώθηκε κρούσμα στην Ελλάδα», λέει στο in o Θωμάς Μόσχος, τεχνικός σύμβουλος του ΣΕΚ και κτηνοτρόφος. Μάλιστα προσθέτει ότι έχουν αντιμετωπιστεί με απαξίωση από τον υπουργό, που τους αντιμετωπίζει «λες και είμαστε αγράμματοι τσοπάνηδες. Αρνείται να διαβουλευθεί μαζί μας για το πώς θα αντιμετωπιστεί η πανώλη, με το επιχείρημα ότι πρόκειται για «επιστημονικά μέτρα», που δήθεν δεν τα καταλαβαίνουμε».
Ο ίδιος παραπέμπει σε άρθρο του Ευρωπαϊκού Κανονισμού για τις μεταδοτικές νόσους των ζώων, όπου αναφέρονται ρητά τα εξής: «Η βέλτιστη διαχείριση της υγείας των ζώων μπορεί να επιτευχθεί μόνο σε συνεργασία με τους κατόχους ζώων, τους υπεύθυνους επιχειρήσεων, τους κτηνιάτρους, τους επαγγελματίες στον τομέα υγείας των ζώων, και τους εμπορικούς εταίρους. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η υποστήριξη τους, είναι αναγκαίο να οργανωθούν με σαφή και διαφανή τρόπο, χωρίς αποκλεισμούς, οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων και η εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στον ευρωπαϊκό κανονισμό». Επιπλέον, οι κτηνοτρόφοι υποστηρίζουν ότι δεν ελήφθησαν υπ’όψιν και άλλες διατάξεις του ευρωπαϊκού κανονισμού, που θα μπορούσαν να μετριάσουν τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις που είχε η πανώλη για το σύνολο των κτηνοτρόφων. Ένα άλλο ερώτημα που θέτουν αφορά το εθνικό σχέδιο για την οριστική εκρίζωση της νόσου. Ο ευρωπαϊκός κανονισμός ορίζει ότι το σχέδιο αυτό οφείλει να υποβληθεί για έγκριση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. «Υπάρχει τέτοιο σχέδιο, αν ναι με ποιους έγινε; Πότε θα το δούμε; Και τι λέει;», ρωτάνε χαρακτηριστικά.
Οι εκπρόσωποι των φορέων προειδοποιούν ότι αν δεν τηρηθεί ο ευρωπαϊκός κανονισμός, που προβλέπει τη συμμετοχή τους στις διαβουλεύσεις, είναι διατεθειμένοι να κινηθούν νομικά. Το πλήγμα στην ελληνική κτηνοτροφία θεωρούν ότι είναι ήδη πολύ μεγάλο, καθώς η πανώλη δρα σωρευτικά σε προβλήματα που προϋπήρχαν. Εκτιμούν ότι οι θανατώσεις των ζώων αγγίζουν τις 30.000 και αναφέρουν ότι κάθε αιγοπρόβατο κοστίζει στον παραγωγό 350 ευρώ. Πάντως, παρά τις διαβεβαιώσεις του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης ότι δεν δικαιολογούνται άμεσα ανατιμήσεις σε προϊόντα όπως η φέτα, οι φορείς υποστηρίζουν ότι έχουν ήδη καταγραφεί αυξήσεις της τάξης του 5% σε σχέση με πριν την πανώλη. Μάλιστα εκφράζουν την ανησυχία, ότι οι μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων, θα βρουν αφορμή την υπαρκτή κρίση της κτηνοτροφίας, για να αυξήσουν υπέρμετρα τις τιμές. Προς το παρόν, πηγές της αγοράς δηλώνουν ότι όχι μόνο δεν επίκεινται αυξήσεις, αλλά μπορεί να δούμε και μειώσεις τιμών στη φέτα, εφόσον κλειστούν ευνοϊκές συμφωνίες με τους κτηνοτρόφους, που θα πουλήσουν φθηνότερα το γάλα.
Πηγή:in.gr