Το Ανώτατο Δικαστήριο της Αλαμπάμα αποφάνθηκε ότι τα έμβρυα που έχουν καταψυχθεί θεωρούνται παιδιά, σύμφωνα με τη νομοθεσία που αφορά τον παράνομο θάνατο ανηλίκου, δηλώνοντας ότι αυτό «ισχύει για όλα τα αγέννητα παιδιά, ανεξαρτήτως από την τοποθεσία τους».
Το δικαστήριο εξέδωσε αυτήν την απόφαση, κατά πλειοψηφία, μετά από αγωγή που ασκήθηκε από μια ομάδα ανθρώπων που χρησιμοποίησαν τη μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF) των οποίων τα κατεψυγμένα έμβρυα καταστράφηκαν τον Δεκέμβριο του 2020 όταν ένας ασθενής τα αφαίρεσε από μια μονάδα κρυογονικής αποθήκευσης και τα έριξε στο έδαφος.
Στη συνέχεια, οι ενάγοντες υπέβαλαν δύο αγωγές κατά του Κέντρου Αναπαραγωγικής Ιατρικής, ισχυριζόμενοι ότι η κλινική είχε παραβιάσει τον νόμο, ο οποίος ισχύει για τα αγέννητα παιδιά.
Οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν επίσης αμέλεια εκ μέρους της κλινικής και ζήτησαν αποζημίωση, αν και οι αξιώσεις για αμέλεια διευκρινίστηκε ότι θα τύχουν επίκλησης μόνο εάν τα Δικαστήρια της Αλαμπάμα ή το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφανθούν ότι τα κατεψυγμένα έμβρυα δεν είναι παιδιά.
Το αίτημα ακύρωσης που κατέθεσε ο κατηγορούμενος έγινε δεκτό από ένα πρωτοβάθμιο δικαστήριο που διαπίστωσε ότι ένα κατεψυγμένο έμβρυο δεν εμπίπτει στον «ορισμό του ‘ανθρώπου’ ή του ‘παιδιού’». Έκρινε επίσης ότι οι ενάγοντες δεν μπορούσαν να προχωρήσουν με τις αξιώσεις τους για αποζημίωση για την απώλεια ανθρώπινης ζωής και συναισθηματικές βλάβες.
Στην απόφασή του, το Ανώτατο Δικαστήριο της Αλαμπάμα δεν εξέτασε το ερώτημα εάν τα «εξωμήτρια παιδιά» πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ανθρώπινα όντα, αλλά διαπίστωσε ότι ο νόμος της πολιτείας δεν καθόριζε σε ποια κατηγορία υπάγεται ένα αγέννητο παιδί. «Το σχετικό νομοθετικό κείμενο είναι σαφές: O θάνατος ανηλίκου ισχύει εκ πρώτης όψεως για όλα τα αγέννητα παιδιά, χωρίς περιορισμό», αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου.
Το δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπάρχει καμία εξαίρεση, όπως υποστήριξαν οι κατηγορούμενοι, από τη νομοθεσία που ισχύει για «αγέννητα παιδιά που δεν βρίσκονται σωματικά ‘in utero’ – δηλαδή μέσα σε βιολογική μήτρα – τη στιγμή που θανατώνονται».
Οι κατηγορούμενοι είχαν επίσης υποστηρίξει ότι η εξέταση των κατεψυγμένων εμβρύων ως παιδιά θα είχε πολλές συνέπειες, συμπεριλαμβανομένης της πολύ ακριβότερης εξωσωματικής γονιμοποίησης.
«Αν και εκτιμούμε τις ανησυχίες των κατηγορουμένων, αυτού του είδους τα επιχειρήματα που επικεντρώνονται στην πολιτική ανήκουν στο Νομοθετικό Σώμα και όχι στο Δικαστήριο», ανέφερε η απόφαση. Η απόφαση εκδόθηκε κατά πλειοψηφία, με επτά θετικές ψήφους έναντι μίας.
Ο δικαστής που αντιτάχθηκε υποστήριξε ότι, κατά τη γνώμη του, δεν εμπίπτει στον ρόλο του δικαστηρίου να «επεκτείνει την εμβέλεια ενός καταστατικού και να το «αναζωογονήσει» ενημερώνοντας ή τροποποιώντας το». Υποστήριξε ότι ο νόμος που γράφτηκε το 1872 δεν θα είχε λάβει υπόψη το καθεστώς των καταψυχθέντων εμβρύων.