Σημαντικά μειωμένη σε ποσοστό που φτάνει ή και ξεπερνά σε κάποιες περιοχές το 70% θα είναι φέτος η παραγωγή ελαιόλαδου στην Κρήτη που δεν αναμένεται να ξεπεράσει τους 40.000 τόνους.
Οι παραγωγοί του νησιού, για τους οποίους το λάδι αποτελεί βασική πηγή εισοδήματος, βρίσκονται σε απόγνωση βλέποντας την ακαρπία στα δέντρα τους, συνέπεια των κλιματολογικών συνθηκών, που μετά το πολύ ζεστό καλοκαίρι, η ανομβρία συσχετίζει μέχρι και σήμερα δημιουργώντας τεράστια ζημία, ενώ προβλήματα υπάρχουν και με τις ασθένειες της ελιάς, όπως είναι ο δάκος και το γλοιοσπόριο, που έχουν σημαντικές επιπτώσεις και στην ποιότητα του παραγόμενου ελαιολάδου.
Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί είναι ότι οι παραγόμενες ποσότητες λαδιού για έναν μέσο παραγωγό δεν επαρκούν ούτε για να καλυφθούν οι ανάγκες της οικογένειας.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε στα «Ρεθεμνιώτικα Νέα» ο πρόεδρος της Ένωσης Αγροτικού Συνεταιρισμού Ρεθύμνης, Γιάννης Γλετζάκης: «Από την αρχή της χρονιάς η ελαιοπαραγωγή ήταν πάρα πολύ μειωμένη και το είχαμε επισημάνει αυτό. Βλέπω μια μειωμένη παραγωγή, περίπου 70% σε σχέση με πέρυσι. Τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα. Ήδη η βεντέμα τελειώνει.
Άλλες φορές η διάρκειά της ήταν μέχρι Μάρτιο και Απρίλιο, τώρα δυστυχώς είμαστε στα τελειώματα από τον Νοέμβριο. Υπάρχουν περιοχές που δεν θα βγει καθόλου λάδι, δηλαδή δεν θα μπορέσουν να καλυφθούν ούτε οι ανάγκες του σπιτιού. Αυτήν τη στιγμή όποιος δεν έχει κορωνέικο, δυστυχώς δεν θα φάει λάδι. Στην περιοχή που έχουν χοντρολιές, δυστυχώς δεν θα βγάλουν καθόλου λάδι ή εάν παράξουν η ποσότητα δεν θα ξεπερνά το 10%.
Τα νοικοκυριά που βγάζανε τόνους και φέτος δεν θα έχουν να βγάλουν ούτε για τα σπίτια τους. Παράλληλα, υπάρχει πρόβλημα, καθώς τα παραγόμενα λάδια δεν βγήκαν ακριβώς σε γραμμές, δηλαδή ήταν σε μέτρια επίπεδα.
Πρέπει να δούμε τι θα γίνει με τους ελαιώνες, που δυστυχώς δεν καρποφορούν λόγω της κλιματικής αλλαγής, λόγω της ζέστης. Ειδικά για όσους παραγωγούς έχουν χοντρολιά και τσουνάτη. Πρέπει να δούμε τι συμβαίνει και πώς μπορούμε να βελτιώσουμε την κατάσταση. Σε ό,τι άφορα τις κορωνέικες ελιές πρέπει να δούμε πώς μπορούμε να «πιάσουμε» το γλοιοσπόριο, δάκο, να γίνονται είτε περισσότεροι ψεκασμοί είτε να αλλάξουν τα φάρμακα. Πρέπει να τα δούμε και αυτά. Για να μπορέσουμε να δούμε αυτό το «χρυσάφι» που λένε της Κρήτης πώς θα το προστατέψουμε και πώς θα παράξουμε περισσότερο. Γιατί η οικονομία της Κρήτης είναι στον τουρισμό και στον πρωτογενή τομέα, ειδικά στην ελαιοπαραγωγή».
Από τη πλευρά του ο πρόεδρος του Συνδέσμου Τυποποιητών Ελαιολάδου Κρήτης, Γιώργος Ανδρεαδάκης αναφερόμενος στην παραγωγή ελαιολάδου σημείωσε ότι: «Είναι πολύ μειωμένη η παραγωγή φέτος σε σχέση με την περυσινή χρονιά.
Η εκτίμηση είναι ότι θα πάμε 30.000 – 40.000 τόνους σε όλη την Κρήτη, και ίσως ούτε αυτές οι ποσότητες στο τέλος να μη παραχθούν. Το πρόβλημα το μεγάλο ήταν ότι τα δέντρα, ειδικά στην περιοχή της Μεσαράς, όταν ήταν να δέσουνε έκανε μια λασποβροχή.
Μετά έκανε μια λιακάδα και τα έκαψε όλα, με αποτέλεσμα να μην δέσουν τα δέντρα. Μετά το δέσιμο, επειδή υπήρχε μεγάλη ανομβρία και έμειναν μόνο τα ξύλα επάνω, ακόμα και τα φύλλα έπεσαν. Μόνο όσοι κατάφεραν να ποτίσουν σε πολύ μεγάλο βαθμό, έχουν περισώσει μια παραγωγή που δημιουργήθηκε μετά την καρποφορία. Μετά ήρθε και ο δάκος και «έδεσε το γλυκό». Γιατί όταν είναι μειωμένη η παραγωγή είναι πιο ευάλωτα τα δέντρα από τον δάκο».