Μια από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές νίκες της Ρωσίας ήρθε με τον πιο κρύο ευρωπαϊκό χειμώνα των τελευταίων 500 ετών. Στις αρχές του 18ου αιώνα, ο τσάρος Πέτρος ο Μέγας αγωνίστηκε να αποκρούσει τις τρομερές δυνάμεις του Καρόλου ΧΙΙ της Σουηδίας, που προέλαυναν προς τη Μόσχα.
Στη συνέχεια, ήρθε ο μεγάλος παγετός του 1708-9. Τα πουλιά λέγεται ότι πάγωσαν στη μέση της πτήσης τους και έπεσαν νεκρά στο έδαφος. Ο στρατός του Καρόλου, που αριθμούσε περισσότερους από 40.000 άνδρες, έχασε σύντομα τη μισή του δύναμη από το κρύο και την πείνα.
Σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από το κρύο, ο Σουηδός βασιλιάς οδήγησε τα απομεινάρια του στρατού του νότια στην Ουκρανία, για να ενωθεί με τον ηγέτη των Κοζάκων, Χετμάν Ιβάν Μαζέπα, και τις δυνάμεις του. Αλλά η ζημιά είχε γίνει. Το επόμενο καλοκαίρι, ο ρωσικός στρατός του Πέτρου κατατρόπωσε τις αποδυναμωμένες δυνάμεις του Καρόλου στη μάχη της Πολτάβα, δίνοντας τέλος στην αυτοκρατορία της Σουηδίας και στα σχέδιά της για την Ρωσία.
Οι Σουηδοί δεν ήταν ούτε ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος ευρωπαϊκός στρατός που υπέστη την καταστροφή του «Στρατηγού Χειμώνα» στα σύνορα της Ρωσίας. Επιδεινούμενες από την τεράστια έκταση της ευρασιατικής ξηράς, οι χειμερινές μάχες εκεί αποδείχθηκαν συχνά η καταστροφή μεγάλων στρατών.
Επί αιώνες, το φαινόμενο αυτό λειτουργούσε συχνά προς όφελος της Ρωσίας, καθώς μια σειρά ισχυρών στρατών υπέκυψαν σε ανεπαρκή εξοπλισμό, ελλιπείς γραμμές ανεφοδιασμού και κακή προετοιμασία.
Καθώς όμως ο πόλεμος του Ρώσου προέδρου, Βλαντίμιρ Πούτιν, στην Ουκρανία εισέρχεται στους πιο σκληρούς μήνες του έτους, υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι, αυτή τη φορά, μπορεί να είναι η Ρωσία και όχι ο αντίπαλός της που θα υποστεί τις χειρότερες συνέπειες, επισημαίνεται σε ανάλυση του Foreign Affairs.
Την αυτοκρατορία του για ένα άλογο
Η πιο γνωστή χειμερινή ήττα της Ευρώπης στη Ρωσία σημειώθηκε το 1812 – λίγο περισσότερο από έναν αιώνα μετά τη μάχη της Πολτάβας – όταν η Μεγάλη Στρατιά του Ναπολέοντα υποχώρησε από τη Μόσχα. Η τακτική της «καμένης γης» της Ρωσίας, η οποία άφησε τους Γάλλους χωρίς τροφή ή καταφύγιο κατά μήκος της γραμμής υποχώρησης, έκανε το αποτέλεσμα ακόμη πιο θανατηφόρο. Ωστόσο, οι μεγαλύτερες απώλειες είχαν σημειωθεί νωρίτερα.
Η Grande Armée των Γάλλων αριθμούσε σχεδόν μισό εκατομμύριο άνδρες όταν διέσχισε τον ποταμό Νέμαν, τα σύνορα μεταξύ Πρωσίας και Ρωσίας, τον Ιούνιο του 1812. Σύντομα, όμως, έχασε το ένα τρίτο της δύναμής της από την καλοκαιρινή ζέστη, τις ασθένειες, την πείνα και την εξάντληση, καθώς ο αυτοκράτορας πίεζε τους άνδρες του να προχωρήσουν προς τη Μόσχα.
Παρόλο που η υποχώρηση στην έκταση της Ρωσίας ήταν αρχικά ακούσια, οι διοικητές του τσάρου Αλέξανδρου Α’ σύντομα συνειδητοποίησαν το πλεονέκτημα. Συνέχισαν να αποσύρονται ανατολικά και δεν έκαναν αντίσταση, μέχρι που ο στρατηγός Μιχαήλ Κουτούζοφ διατάχθηκε να σταματήσει τον Ναπολέοντα στο Μποροντίνο, 75 μίλια δυτικά της Μόσχας. Η μάχη αποδείχθηκε μια δαπανηρή νίκη για τους Γάλλους, παρόλο που τους επέτρεψε να εισέλθουν στη Μόσχα χωρίς αντίσταση.
Μοιραίος χειμώνας
Αλλά ο χειμώνας που πλησίαζε αποδείχθηκε μοιραίος για τους εισβολείς. Ο Ναπολέων σπατάλησε πέντε εβδομάδες στη Μόσχα, περιμένοντας τον τσάρο να έρθει σε συμφωνία.
Όταν η Grande Armée άρχισε τελικά να αποσύρεται στην κεντρική Ευρώπη στις 19 Οκτωβρίου, οι στρατιώτες φορούσαν ακόμα τις καλοκαιρινές τους στολές. Είχαν επίσης χάσει τα τρένα με τις αποσκευές τους και μπορούσαν να περιμένουν ελάχιστα τρόφιμα στη διαδρομή.
Η μεγαλύτερη έλλειψή τους ήταν σε ιππικό, για να συγκρατήσουν τους επιδρομείς Κοζάκους. Τα δασύτριχα πόνι των Κοζάκων ήταν συνηθισμένα στις χειμερινές χιονοθύελλες, που άρχισαν ένα μήνα αργότερα, ενώ τα τελευταία άλογα από τη Δυτική Ευρώπη κατέρρευσαν από το κρύο και την έλλειψη τροφής. Οι πεινασμένοι στρατιώτες πετσόκοψαν το κρέας τους πριν ακόμα πεθάνουν.
Η λιποταξία ή η παράδοση δεν αποτελούσε εγγύηση επιβίωσης. Οι εκδικητικοί Κοζάκοι περίμεναν να σουβλίσουν τους εχθρικούς στρατιώτες με τα μακριά τους δόρατα – οι Ρώσοι χωρικοί απλώς τους έσφαζαν με δρεπάνια.
Στις αρχές Δεκεμβρίου, ο Ναπολέων φοβήθηκε ότι θα γινόταν πραξικόπημα κατά τη διάρκεια της απουσίας του και, εγκαταλείποντας τον στρατό του, κατευθύνθηκε προς το Παρίσι πριν οι παγωμένοι άνδρες του μπορέσουν να φτάσουν στην ασφάλεια. Μέχρι τότε, οι δυνάμεις του είχαν υποστεί σχεδόν 400.000 απώλειες και είχε χάσει τη φήμη του για το αήττητο στο πεδίο της μάχης.
Λιγότερο γνωστός, αν και ίσως εξίσου σημαντικός, ήταν ο τρόπος με τον οποίο κέρδισε η Ρωσία. Παρά το γεγονός ότι είχε χάσει 200.000 δικούς της άνδρες, η στρατιωτική ηγεσία της Ρωσίας ανησυχούσε πολύ λιγότερο για τις απώλειες απ’ ό,τι ο Ναπολέων.
Οι Ρώσοι αξιωματικοί εξακολουθούσαν να αντιμετωπίζουν τους χωρικούς στρατιώτες τους ως κάτι καλύτερο από δουλοπάροικους (και η δουλοπαροικία δεν θα καταργούνταν στη Ρωσία για άλλα 50 χρόνια).
Αυτή η έλλειψη ενδιαφέροντος για την ευημερία των στρατιωτών – και η αδιάφορη στάση απέναντι στις μαζικές απώλειες, μέσω των λεγόμενων τακτικών «κρεατομηχανής» – είναι εμφανής στο στρατό του Πούτιν και σήμερα στην Ουκρανία.
Τα παγοθραυστικά του Στάλιν
Μέχρι τον 20ό αιώνα, οι χειμερινές συνθήκες στην ευρασιατική ξηρά αποτελούσαν αυξανόμενη απειλή όχι μόνο για τους ανθρώπους και τα άλογα, αλλά και για τα στρατιωτικά όπλα. Μερικές φορές, αυτό λειτουργούσε εις βάρος της Ρωσίας.
Παρά τη δυσανάλογη δύναμή του και την τεράστια δαπάνη πυρομαχικών, ο σοβιετικός στρατός απέτυχε να κάμψει τη φινλανδική αντίσταση στον Χειμερινό Πόλεμο του 1939-40, μετά την εισβολή του Στάλιν στη Φινλανδία.
Οι Φινλανδοί, αποδεικνύοντας ότι ήταν ακόμη καλύτεροι γνώστες της χειμερινής τακτικής από τους εισβολείς τους, τρομοκρατούσαν τους στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού μέρα και νύχτα, καθώς οι λευκά καμουφλαρισμένοι με σκι στρατιώτες τους εξαπέλυαν αιφνιδιαστικές επιθέσεις από τα δάση και, στη συνέχεια, εξαφανίζονταν σαν φαντάσματα.
Η γενναιότητα και η ικανότητά τους έπεισαν τον Στάλιν να αποδεχτεί την ανεξαρτησία της Φινλανδίας. Αλλά χρησίμευσε επίσης ως μάθημα για τον πόλεμο που θα ακολουθούσε.
Κατά τη διάρκεια της ραγδαίας στρατιωτικής μηχανοποίησης μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων, η Σοβιετική Ένωση είχε δημιουργήσει τη μεγαλύτερη δύναμη τεθωρακισμένων στον κόσμο.
Ο Κόκκινος Στρατός τουλάχιστον έμαθε ότι τα όπλα και οι κινητήρες χρειάζονταν ειδικά λιπαντικά σε ακραίες συνθήκες. Τέτοια μέτρα αποδείχθηκαν καθοριστικά για την ικανότητα του Στάλιν να εμποδίσει τις στρατιές του Χίτλερ μπροστά από τη Μόσχα, τον Δεκέμβριο του 1941.
Καιρός για… Ρώσους
Τόσο ο γερμανικός στρατός όσο και η Luftwaffe ήταν απροετοίμαστοι. Έπρεπε να ανάψουν φωτιές κάτω από τους κινητήρες των οχημάτων και των αεροσκαφών τους για να τους ξεπαγώσουν.
Οι Γερμανοί στρατιώτες αναφέρονταν με πικρία στις χειμερινές συνθήκες ως «καιρός για τους Ρώσους». Ζήλευαν τις χειμερινές στολές του Κόκκινου Στρατού, με τις λευκές στολές παραλλαγής και τα βαμβακερά παραγεμισμένα μπουφάν, οι οποίες ήταν πολύ πιο αποτελεσματικές από τα γερμανικά γιλέκα.
Οι Ρώσοι στρατιωτικοί ιστορικοί απέδωσαν το συγκριτικά χαμηλό ποσοστό κρυοπαγημάτων μεταξύ των σοβιετικών δυνάμεων στην παλιά στρατιωτική πρακτική τους να χρησιμοποιούν στρωτούς λινούς επιδέσμους για τα πόδια αντί για κάλτσες.
Οι Γερμανοί στρατιώτες υπέφεραν επίσης ταχύτερα, επειδή οι μπότες τους είχαν ατσάλινα καρφιά που αποστράγγιζαν κάθε θερμότητα. Τον Φεβρουάριο του 1943, όταν τα απομεινάρια της έκτης στρατιάς του στρατάρχη Πάουλους παραδόθηκαν τελικά στο Στάλινγκραντ – το ψυχολογικό σημείο καμπής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου – περισσότεροι από 90.000 Γερμανοί αιχμάλωτοι έφυγαν από την πόλη κουτσαίνοντας με παγωμένα πόδια.
Ωστόσο, η ταλαιπωρία τους είχε προκληθεί λιγότερο από το κρύο, παρά από τις διαταγές του Χίτλερ να παραμείνουν εκεί και από την αδυναμία των γερμανικών πάντσερ να αντεπιτεθούν στο χιόνι.
Ο «Στρατηγός Χειμώνας»
Ο «Στρατηγός Χειμώνας» έπαιξε σημαντικό ρόλο στην τελική νίκη του Κόκκινου Στρατού το 1945. Η μεγάλη σοβιετική επέλαση τον Ιανουάριο, μια επίθεση από τον ποταμό Βιστούλα στον ποταμό Όντερ, εξαρτήθηκε από τον καιρό. Οι Ρώσοι μετεωρολόγοι είχαν προβλέψει «έναν παράξενο χειμώνα», με «δυνατή βροχή και υγρό χιόνι», μετά τους σκληρούς παγετώνες του Ιανουαρίου.
Δόθηκε εντολή να επισκευαστούν οι μπότες. Ο Στάλιν και η ανώτατη διοίκηση του Κόκκινου Στρατού όρισαν την 12η Ιανουαρίου ως ημερομηνία έναρξης της επίθεσης, έτσι ώστε οι στρατιές τεθωρακισμένων των Σοβιετικών να μπορέσουν να εκμεταλλευτούν το βαθιά παγωμένο έδαφος, προτού αρχίσει να ξεπαγώνει.
Χαρακτηριστικά, ο Στάλιν ισχυρίστηκε ψευδώς ότι είχε επισπεύσει την ημερομηνία από τις 20 Ιανουαρίου, για να αποφορτίσει τους Αμερικανούς στις Αρδέννες. (Οι αμερικανικές δυνάμεις είχαν ήδη σταματήσει τη γερμανική επίθεση εκεί, αμέσως μετά τα Χριστούγεννα).
Στην πραγματικότητα, υπήρχε ένα άλλο κίνητρο: Ο Στάλιν ήθελε να ελέγξει το μεγαλύτερο μέρος της πολωνικής επικράτειας, πριν συναντηθεί με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Φραγκλίνο Ρούσβελτ και τον Βρετανό πρωθυπουργό Ουίνστον Τσόρτσιλ στη Γιάλτα, την πρώτη εβδομάδα του Φεβρουαρίου.
Οι διοικητές του Στάλιν δεν τον απογοήτευσαν. «Τα τανκς μας κινούνται πιο γρήγορα από τα τρένα προς το Βερολίνο», καυχιόταν ο πληθωρικός συνταγματάρχης Ιωσίφ Γκουσακόφσκι.
Δεν είχε μπει στον κόπο να περιμένει να φτάσει ο εξοπλισμός γεφύρωσης στις γραμμές του μετώπου, πριν επιχειρήσει να διασχίσει τον ποταμό Πίλιτσα. Απλώς διέταξε τα επικεφαλής άρματα μάχης να σπάσουν τον πάγο με πυρά πυροβόλων και, στη συνέχεια, να διασχίσουν κατ’ ευθείαν την κοίτη του ποταμού.
Τα τανκς, λειτουργώντας σαν παγοθραύστες, έσπρωξαν τον πάγο στην άκρη «με έναν τρομερό, βροντερό θόρυβο», μια τρομακτική εμπειρία για τους φτωχούς οδηγούς. Το γερμανικό ανατολικό μέτωπο στην Πολωνία κατέρρευσε κάτω από την επίθεση των τεθωρακισμένων, για άλλη μια φορά επειδή οι πλατιές ερπύστριες του σοβιετικού T-34 μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον πάγο και το χιόνι πολύ καλύτερα από οποιοδήποτε γερμανικό πάντσερ.
Ο Πούτιν σε άρνηση
Τον Φεβρουάριο του 2022, ο Πούτιν ξεκίνησε την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» στην Ουκρανία. Εκείνη την εποχή, η εμπροσθοφυλακή ειδοποιήθηκε να φέρει τις στολές τής παρέλασης έτοιμες να γιορτάσουν τη νίκη – ένα από τα μεγαλύτερα παραδείγματα στρατιωτικής ύβρεως στην Ιστορία.
Ωστόσο, επτά καταστροφικούς μήνες αργότερα, όταν το Κρεμλίνο αναγκάστηκε τελικά να διατάξει μια «μερική επιστράτευση» του ρωσικού πληθυσμού, έπρεπε να προειδοποιήσει όσους κλήθηκαν ότι οι στολές και ο εξοπλισμός ήταν σε έλλειψη. Θα έπρεπε να εξασφαλίσουν οι ίδιοι πανοπλία και να ζητήσουν ακόμη και… σερβιέτες από τις μητέρες και τις φίλες τους, για να τις χρησιμοποιήσουν αντί για επιδέσμους.
Η έλλειψη επιδέσμων είναι εκπληκτική, ειδικά τώρα που εντείνεται ο χειμώνας, καθώς είναι ζωτικής σημασίας για να μην εισέλθει ο παγετός στις ανοιχτές πληγές. Στους κινδύνους προστίθενται οι βολές όλμων, που πέφτουν σε παγωμένο έδαφος: σε αντίθεση με τη μαλακή λάσπη, η οποία απορροφά το μεγαλύτερο μέρος της έκρηξης, το παγωμένο έδαφος προκαλεί εξοστρακισμό των θραυσμάτων, μερικές φορές με θανατηφόρο τρόπο.
Ο νέος επικεφαλής διοικητής τού Πούτιν στο νότο, ο στρατηγός Σεργκέι Σουροβίνικιν, είναι αποφασισμένος να πατάξει τις προσπάθειες ορισμένων κληρωτών να αποφύγουν τη μάχη. Πολλοί καταφεύγουν στο σαμποτάζ καυσίμων, όπλων και οχημάτων, για να μην αναφερθούμε στις αυτοτραυματισμούς και την λιποταξία.
Υπέρ των Ουκρανών ο «Στρατηγός Χειμώνας»
Ωστόσο, το μακροχρόνιο διαρθρωτικό πρόβλημα του ρωσικού στρατού – η έλλειψη έμπειρων υπαξιωματικών – έχει επίσης οδηγήσει σε ένα τραγικό ρεκόρ στη συντήρηση των όπλων, του εξοπλισμού και των οχημάτων. Αυτά τα προβλήματα θα γίνουν ιδιαίτερα δαπανηρά το χειμώνα ειδικά για τα ευαίσθητης τεχνολογίας μη επανδρωμένα αεροσκάφη.
Καθώς και οι δύο πλευρές εισέρχονται σε μια πολύ πιο δύσκολη περίοδο μάχης, το αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το ηθικό και την αποφασιστικότητα.
Ενώ τα ρωσικά στρατεύματα καταριούνται τις αδυναμίες τους και την έλλειψη ζεστού φαγητού, τα ουκρανικά στρατεύματα επωφελούνται τώρα από τις προμήθειες μονωμένων στολών παραλλαγής, σκηνών με σόμπες και υπνόσακων, που παρέχονται από τον Καναδά και τα σκανδιναβικά έθνη.
Ο Πούτιν φαίνεται να βρίσκεται σε άρνηση σχετικά με την κατάσταση του στρατού του και τον τρόπο με τον οποίο ο «στρατηγός Χειμώνας» θα ευνοήσει τους αντιπάλους του.
Μπορεί επίσης να έχει κάνει άλλο ένα λάθος, συγκεντρώνοντας τους πυραύλους του εναντίον του ενεργειακού δικτύου της Ουκρανίας και του ευάλωτου άμαχου πληθυσμού της. Αυτοί θα υποστούν τα μεγαλύτερα δεινά, αλλά υπάρχει μικρή πιθανότητα να λυγίσουν.