Ο Λευτέρης Πανταζής τη συνέντευξή του στο “Ενώπιος Ενωπίω” έκανε αναδρομή στις πρώτες του στιγμές στην Ελλάδα αλλά και το πρώτο μεροκάματο που έβγαλε.
Ο αγαπημένος τραγουδιστής μιλώντας για το κασελάκι που το έχει στο σπίτι του, αλλά και για το τι εικόνες του φέρνει βλέποντας το, τόνισε ότι: «Η πρώτη εικόνα που αντίκρισα όταν ήρθαμε από τη Ρωσία, -εξαμελής οικογένεια- μου έλεγε ο πατέρας μου “πάμε στον παράδεισο, πάμε στην πατρίδα μας” και κατεβαίνοντας από το καράβι μου έκανε τρομερή εντύπωση που είδα κάτι παιδάκια μουτζουρωμένα με κάτι κασελάκια. Του λέω “μπαμπά τι είναι αυτό το πράγμα;” Μου λέει “είναι κάτι παιδάκια που όταν βρέχει και λερώνονται τα παπούτσια τα βάφουν για να βγάζουν χρήματα”. Μετά από έξι μήνες ήμουν ή ο 6ος αν ήταν πέντε ή ο 7ος αν ήταν έξι τα λουστράκια. Κι ήμουν κι εκεί αρχηγός όμως».
«Έκανα πολλές δουλειές του ποδαριού και υπερήφανα. Γιατί, μου έλεγε ο πατέρας μου “μην κλέψεις. Οτιδήποτε δουλειά και να κάνεις, αρκεί να είσαι τίμιος και να δουλεύεις τίμια”», εξομολογήθηκε
«Όταν ήρθαμε από τη Ρωσία, ήμουν καλός μαθητής και σε τρία χρόνια έβγαλα το δημοτικό. Ήμουν στο καλλιτεχνικό πιο πολύ και ζωγράφιζα και τραγουδούσα και πάντα στις γιορτές εγώ τραγουδούσα, εγώ άνοιγα το πρόγραμμα όλο. Και έρχονταν οι μανούλες και άκουγαν και είχαμε γράψει και ένα τραγούδι τότε με τίτλο ο “Λουστράκος”.»
Για το πότε ήρθε η πρώτη επαγγελματική ενασχόληση με το τραγούδι, είπε: «Τραγουδάω στη γιορτή του σχολείου. Τελειώνω το σχολείο, έρχεται ένας μπουζουξής να δει την κόρη του στο σχολείο. Εγώ βγαίνω τελευταίος και λέω ένα τραγούδι. Τον “Λουστράκο”. Και κλαίνε όλες οι μανούλες από κάτω. Του κάνω εντύπωση. Μου λέει “σε παρακαλώ έλα αύριο στο σπίτι μου να κάνουμε πρόβα 2-3 τραγούδια”. Κι εκεί ξεκινάει η διαδρομή. Ξεκινάω στη “Λουζιτάνια” με Ταλιούρη, Μαυράκη, οι αδελφοί Κοντοβά από τη Λαμία και ο Λευτέρης Πανταζής. Έλεγα δύο τραγούδια. Έλεγα ένα τραγούδι που έλεγε “καβάλα στο δελφίνι” και επειδή δεν ήξερα καλά ελληνικά μου έλεγαν οι μουσικοί “καβάλα στο καλάμι” και γελάγανε. Δεν ήξερα τότε γιατί, αργότερα το κατάλαβα. Έτσι ξεκίνησα. Και από το ζευγάρι παπούτσια που φορούσα το ένα από πίσω είχε ξηλωθεί και δεν είχα λεφτά να το φτιάξω κιόλας, αλλά φόραγα το κοστουμάκι μου, ένα που είχα. Έτσι ξεκίνησα. Με 70 δραχμές μεροκάματο».