Ο Πιρς Μπρόσναν κατάφερε να μπει στον στενό κύκλο των πρωταγωνιστών του θρυλικού Τζέιμς Μποντ, της κατασκοπικής περιπέτειας, με τα εκατομμύρια φανατικών θαυμαστών σε όλο τον κόσμο και να μεταβληθεί σε αστέρι πρώτου μεγέθους. Ο Ιρλανδός ηθοποιός, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, όταν πρωτοερμήνευσε τον 007, διαδεχόμενος τον «αταίριαστο» Τίμοθι Ντάλτον, θα παίξει σε τέσσερις ταινίες «Τζέιμς Μποντ» και θα εξασφαλίσει πέρα από την τεράστια παγκόσμια αναγνώριση και αρκετά χρήματα για να μπορεί να ασχοληθεί τα τελευταία χρόνια με το πάθος του, τη ζωγραφική και να αναπτύξει πλούσιο ανθρωπιστικό έργο.
Όμως, η ζωή του δεν ήταν μόνο η επιτυχία τού Τζέιμς Μποντ ή η κινηματογραφική του διαδρομή στη συνέχεια, καθώς πέρασε πολύ δύσκολα παιδικά και νεανικά χρόνια, έζησε τραγωδίες, οδυνηρές απώλειες, βρέθηκε αντιμέτωπος και με την κατάθλιψη. Στις 16 Μαΐου γίνεται πλέον 70 χρόνων και είναι ευκαιρία να γνωρίσουμε τις άγνωστες σχετικά πτυχές της ζωής του, αλλά και την καλλιτεχνική του διαδρομή.
Ο άφαντος πατέρας και ο αγγλικός ρατσισμός
Ο Πιρς Μπρόσναν γεννήθηκε το 1953 στην πόλη Νέβαν της Ιρλανδίας και ήταν το μοναχοπαίδι μιας οικογένειας, την οποία εγκατέλειψε ο πατέρας του Τόμας, ένας φτωχός ξυλουργός, όταν ήταν βρέφος. Αναγκάστηκε να μεγαλώσει με τον παππού και τη γιαγιά του και στη συνέχεια με κάτι θείους του, αφού η μάνα του Μάργκαρετ, θα αναγκαστεί να πάει στο Λονδίνο για να εργαστεί ως νοσοκόμα και να αναθρέψει τον μονάκριβο γιο της. Όσο ζούσε στην Ιρλανδία πήγαινε εκκλησιαστικό σχολείο, που λειτουργούσε υπό τη διεύθυνση της θρησκευτικής κοινότητας των «Χριστιανών Αδελφών». Όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, από το σχολείο αυτό έχει τις χειρότερες εντυπώσεις και το είχε χαρακτηρίσει καταπιεστικό και με δασκάλους που ξεχώριζαν για την υποκρισία τους και τη σκληράδα τους. Στα μέσα της δεκαετίας θα ξεφύγει από το καταπιεστικό περιβάλλον και θα πάει να μείνει με τη μητέρα του και τον πατριό του. Στο Λονδίνο θα γραφτεί στο Elliott School, το οποίο εγκατέλειψε στα δεκαέξι του, θέλοντας να γίνει ζωγράφος. Στο Λονδίνο θα γνωρίσει και τον ρατσισμό ως Ιρλανδός και όπως έχει πει «οι Άγγλοι έχουν έναν υπέροχο τρόπο να σε κάνουν νιώθεις ξένος». Για ένα μικρό διάστημα θα δουλέψει σε τσίρκο καταπίνοντας φωτιές, μέχρι που θα εγγραφεί στο Drama Center του Λονδίνου, για να γίνει ηθοποιός. Εκεί, ένιωσε απελευθερωμένος και άρχισε να συνειδητοποιεί με αυτοπεποίθηση τον προορισμό του.
Από το σανίδι, στην TV και στο σινεμά
Μετά την αποφοίτησή του από το Drama Centre το 1975, ξεκίνησε να δουλεύει αρχικά ως βοηθός διευθυντής σκηνής στο Βασιλικό Θέατρο του Γιόρκ, όπου στη συνέχεια έκανε το ντεμπούτο του στο θεατρικό έργο «Wait Until Dark». Θα ακολουθήσει ο ρόλος του ΜακΚέιμπ στο έργο «The Red Devil Battery Sign» του Τένεσι Ουίλιαμς, ο οποίος και τον επέλεξε. Το 1977 θα πρωταγωνιστήσει στη «Φιλουμένα» του Εντουάρντο Ντε Φιλίπο, σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι.
Αρχίζοντας να καταξιώνεται στον χώρο από τις θετικές κριτικές που έπαιρνε στο θέατρο, ο Μπρόσναν θα συνεχίσει με αρκετά ενδιαφέροντες ρόλους, μέχρι που θα αποφασίσει να κάνει το επόμενο βήμα στην καριέρα του, να μετακομίσει στη Νότια Καλιφόρνια, παίρνοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην κωμική σειρά «Remington Steele» του NBC, υποδυόμενος έναν ρομαντικό ντετέκτιβ. Η επιτυχία του θα του δώσει και τον πρώτο σημαντικό ρόλο στο γνωστό ψυχροπολεμικό κατασκοπικό θρίλερ «Το Τέταρτο Πρωτόκολλο» (1987) δίπλα στον Μάικλ Κέιν, ενώ θα ακολουθήσουν και άλλες ταινίες και αρκετές τηλεοπτικές εμφανίσεις.
Η πρώτη απώλεια και ο 007
Κι ενώ ήδη το όνομά του είχε ακουστεί για τον επόμενο Τζέιμς Μποντ, με δεδομένο ότι ο Ρότζερ Μουρ έδειχνε πλέον εμφανώς την ηλικία του, η σύζυγος τού Μπρόσναν – από το 1980 – Κασσάνδρα Χάρις, μια πολύ όμορφη και λαμπερή Αυστραλέζα ηθοποιός, θα πάρει κάποιο ρόλο στο «Για τα Μάτια σου Μόνο» που θα κάνει πρεμιέρα το 1981 και θα τον φέρει κοντά με τον παραγωγό των ταινιών Άλμπερτ Μπρόκολι. Όμως, ο ρόλος του Τζέιμς Μποντ δεν είναι πρωτεύον στην ιστορία, αλλά η αρρώστια της πολυαγαπημένης του Κασσάνδρας, με την οποία απέκτησε ένα παιδί και υιοθέτησε τα δυο παιδιά της από προηγούμενο γάμο. Θα της σταθεί με αυτοθυσία μέχρι τέλους. Ο θάνατός της θα του κοστίσει υπερβολικά, θα τον χτυπήσει η κατάθλιψη και θα χρειαστεί τέσσερα χρόνια για να ξαναρχίσει τη ζωή του, γνωρίζοντας τη δημοσιογράφο Κίλι Σέι Σμιθ. Την παντρεύτηκε το 2001 στην Ιρλανδία και θα αποκτήσουν δυο παιδιά.
Ευάλωτος
Η 7η Ιουνίου του 1994 θα είναι μία ιδιαιτέρως σημαντική ημερομηνία για τον Μπρόσναν, καθώς το παιδί της εργατικής τάξης, από το ταπεινό Νέβαν της Ιρλανδίας, θα ανακοινωθεί ότι θα είναι ο πέμπτος ηθοποιός που θα υποδυθεί τον Τζέιμς Μποντ. Θα πρωταγωνιστήσει στο «Επιχείρηση Χρυσά Μάτια» (1995), ένα φιλμ που θα κάνει εισπράξεις 350 εκατομμυρίων δολαρίων παγκοσμίως. Η ερμηνεία του θα ικανοποιήσει απόλυτα τους παραγωγούς, ενώ χαρακτηρίστηκε «πιο ευαίσθητος, πιο ευάλωτος, πιο ολοκληρωμένος ψυχολογικά». Θα ακολουθήσουν ακόμη δυο πετυχημένες ταινίες Τζέιμς Μποντ, το 1997 το «Αύριο Ποτέ Δεν Πεθαίνει» και το 1999 το «Ο Κόσμος δεν Είναι Αρκετός», ενώ θα κλείσει τον κύκλο του 007 με το μέτριο «Πέθανε μια Άλλη Μέρα» το 2002.
Γουέστερν, Μπλερ και «Μάμα Μία»
Η συνέχεια θα έχει αρκετές εμφανίσεις, πολλές φορές σε αδιάφορες ταινίες, αλλά και ορισμένες πολύ καλές ταινίες. Μεταξύ των καλών ερμηνειών και ταινιών του είναι το αγωνιώδες γουέστερν «Εχθροί Για Πάντα», έχοντας δίπλα του τον Λίαμ Νίσον και το εξαιρετικού ενδιαφέροντος πολιτικό θρίλερ του Ρομάν Πολάνσκι «Αόρατος Συγγραφέας» στο ρόλο ενός πρώην πρωθυπουργού της Βρετανίας, παραπέμποντας σαφώς στον Τόνι Μπλερ, με το αμφιλεγόμενο παρελθόν και τη σκοτεινή του εμπλοκή στον πόλεμο του Ιράκ. Επίσης, θα κάνει επιτυχίες στο ρομαντικό μιούζικαλ «Μάμα Μία», δίπλα στην Μέριλ Στριπ και στο εμπορικό θρίλερ καταστροφής «Η Κορυφή του Δάντη».
Η δεύτερη απώλεια…
Το 2013, ωστόσο, θα ζήσει ακόμη μία τραγωδία, καθώς θα χάσει τη θετή του κόρη Σάρλοτ, από τον πρώτο γάμο με την Κασσάνδρα Χάρις και μάλιστα από την ίδια ασθένεια με τη μητέρα της, τον καρκίνο. Θα ξαναβρεί το κουράγιο, να συνεχίσει τη ζωή του, αλλά περισσότερο ως ένας άνθρωπος που νοιάζεται τον διπλανό του, με ιδιαίτερο φιλανθρωπικό έργο, αλλά και ξαναπιάνοντας τα ζωγραφικά πινέλα, ακολουθώντας την καρδιά του.
Το φτωχόπαιδο, ο Μποντ και η πραγματική ζωή
Ο Πιρς Μπρόσναν, που πλέον είναι και παππούς τεσσάρων εγγονιών, συνεχίζει και την υποκριτική, περισσότερο ως «γκεστ σταρ», αλλά και διεκδικώντας πάντα έναν ρόλο που θα μπορεί να περηφανεύεται γι’ αυτόν. Όχι, τον Τζέιμς Μποντ, δεν θέλει να τον διαγράψει από την πορεία του στο θέαμα. Άλλωστε δεν ξεχνά ότι ξεκίνησε ως ένα φτωχόπαιδο, εργατικής τάξης, που πέρασε πολλά, γνώρισε τον πατέρα του πολλά χρόνια από τη γέννησή του και απογοητεύτηκε απ’ αυτόν για μια ακόμη φορά, ενώ έχασε την μονάκριβη Κασσάνδρα του, αλλά και την κόρη της, με το ίδιο βασανιστικό τέλος, ως υπενθύμιση της πραγματικής ζωής…
Πηγή: ΑΠΕ