Να ενώσει τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες στη Ρωσία επιδιώκει το υπουργείο Ενέργειας της χώρας, σε μια ένδειξη ισχύος του Κρεμλίνου απέναντι στη βασική πηγή χρηματοδότησης του πολέμου με την Ουκρανία, χωρίς, όμως, η ιδέα να έχει λάβει την έγκριση του Πούτιν.
Το σχέδιο του Σεργκέι Τσιβίλιεφ, συγγενή του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν που ανέλαβε τα καθήκοντά του Μάιο, αφορά την εθνικοποίηση της Lukoil και την ενίσχυση του ελέγχου της κρατικής Rosneft και της Gazprom Neft, σύμφωνα με πηγές που επικαλούνται οι FT.
Ο υπουργός Ενέργειας
Ο Τσιβίλεφ, παντρεμένος με την πρώτη ξαδέρφη του Πούτιν, ανέλαβε το υπουργείο Ενέργειας τον Μάιο μετά από έξι χρόνια διοίκησης της περιοχής του Κεμέροβο, όπου ο ίδιος και η σύζυγός του δημιούργησαν μια περιουσία στον τομέα του άνθρακα.
Η πρόταση του Τσιβίλιεφ συνίστατι στην κρατικοποίηση της Lukoil και στην ενίσχυση του ελέγχου της κρατικής Rosneft και της Gazprom Neft.
Την παρουσίασε στον Πούτιν τον προηγούμενο μήνα, αναφέρουν οι πηγές των FT. Ο Πούτιν δεν απάντησε ούτε θετικά, ούτε αρνητικά. «Είπε κάτι σαν “θα το σκεφτούμε”», πρόσθεσε μία από τις πηγές.
Ωστόσο, ο Πούτιν δεν έδωσε στον Τσιβίλεφ το πράσινο φως να προχωρήσει στην υλοποίηση της ιδέας.
Φιλόδοξη προσπάθεια
Πρόκειται για μια από τις πιο φιλόδοξες προσπάθειες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα από τους έμπιστους του Πούτιν για να αυξήσουν την επιρροή τους στην οικονομία της Ρωσίας. Μια τέτοια συγχώνευση θα ήταν η μεγαλύτερη αναδιάρθρωση της αγοράς ενέργειας της Ρωσίας από τη δεκαετία του ’90, δημιουργώντας τον δεύτερο μεγαλύτερο παραγωγό πετρελαίου στον κόσμο. Θα αυξήσει σημαντικά την εποπτεία του υπουργείου επάνω στις μεγάλες ενεργειακές εταιρείες, που παραδοσιακά διοικούνταν από ισχυρούς συμμάχους του Πούτιν, όπως ο διευθύνων σύμβουλος της Rosneft, Igor Sechin και ο Alexei Miller της Gazprom.
Κυβερνητικοί αξιωματούχοι στον τομέα του πετρελαίου έχουν εκφράσει εδώ και καιρό δυσαρέσκεια για τον περιορισμένο έλεγχο του υπουργείου στις εταιρείες πετρελαίου, ιδιαίτερα όσον αφορά τα έσοδά τους σε ξένο νόμισμα που κατέχουν μικρότερες εταιρείες σε δικαιοδοσίες όπως το Χονγκ Κονγκ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, για να παρακάμπτουν τις δυτικές κυρώσεις.
Πίσω από την πρόταση
Οπως είπε πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της Ρωσίας στον κλάδο του πετρελαίου, «ο υπουργός διαπίστωσε ότι ο κλάδος δεν του δίνει αρκετή σημασία», δήλωσε ένα πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της Ρωσίας στον τομέα του πετρελαίου.
«Είναι μια συνηθισμένη κατάσταση σε αυτόν τον κλάδο, όπου τα στελέχη του πετρελαίου λειτουργούσαν αυτόνομα και ο ρόλος του υπουργού είναι πιο τεχνικός».
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι ο Τσιβίλεφ, αξιοποιώντας την οικογενειακή σχέση με τον Πούτιν, λίγο – πολύ του είπε: ας εξορθολογίσουμε το σύστημα, η κατάσταση είναι επείγουσα, η πατρίδα κινδυνεύει».
Αντιδράσεις στη Ρωσία
Η Rosneft φάνηκε να απορρίπτει την ιδέα μιας συγχώνευσης, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η διαρροή στον Τύπο είχε σκοπό να βλάψει τον Sechin: «Ο “κακός” Sechin δεν είχε ύπουλες προθέσεις να αναλάβει τα περιουσιακά στοιχεία και η εταιρεία δεν έχει κάποια ανάγκη», αναφέρεται σε ανακοίνωσή της.
Αναφέρει επίσης ότι το να αναλάβει το κράτος τον έλεγχο της Gazprom Neft και της Lukoil δεν έχει «καμία ορθή επιχειρηματική λογική».
Αναλυτές από ρωσικές τράπεζες και χρηματιστηριακές εταιρείες συμφωνούν. «Μια συγχώνευση τέτοιας κλίμακας ενέχει πάντα τον κίνδυνο προσωρινής μείωσης της παραγωγικότητας, …δυνητικά αρνούνται τυχόν βραχυπρόθεσμα θεωρητικά οφέλη», έγραψαν αναλυτές της ρωσικής χρηματιστηριακής FINAM.
Τόνισαν επίσης ότι μεμονωμένες ρωσικές εταιρείες που είναι εγγεγραμμένες στο εξωτερικό διευκολύνουν την παράκαμψη των δυτικών κυρώσεων και επιπλέον μια ενοποιημένη εταιρεία θα ήταν ένας εύκολος στόχος, δήλωσαν δύο πρώην υψηλόβαθμα στελέχη του ρωσικού πετρελαίου.
Ο Αλεξάντερ Ντιούκοφ, διευθύνων σύμβουλος της Gazprom Neft, αναφέρθηκε στη συνάντηση Πούτιν-Τσιβίλιεφ ως πιθανός επικεφαλής της οντότητας συγχώνευσης, ανέφεραν με γνώση του θέματος.
Πηγή: ΟΤ