Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στα ουκρανικά εδάφη μέχρι σήμερα, ΗΠΑ και ΕΕ σπάνε το ένα ταμπού μετά το άλλο.
Ανεβάζουν την πολεμική ρητορική τους, στέλνουν βαρέα άρματα μάχης στα πεδία των μαχών και επιβάλλουν κυρώσεις πάνω στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Και παρότι, όπως φαίνεται, ουκρανικό… χατήρι δεν χαλούν, υπάρχει ένα θέμα που ουδείς αγγίζει και όλοι προσπερνούν, αφού αποτελεί κόκκινη γραμμή για τη διεθνή πολιτική σκηνή.
Αυτό είναι το όνειρο τρελό, αλλά ίσως πλέον όχι απατηλό του Βολοντιμίρ Ζελένσκι, για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Σε βάθος χρόνου
Χθες, ο Γενς Στόλτενμπεργκ δήλωσε ότι η Ουκρανία θα γίνει μακροπρόθεσμα μέλος της Συμμαχία, υπογραμμίζοντας ότι «η ελευθερία δεν είναι χωρίς κόστος».
«Σήμερα, για την ελευθερία του πολεμά ο ουκρανικός λαός. Και παρά τη σκοτεινή χρονιά απελπισίας και καταστροφής, η αποφασιστικότητα και το θάρρος του θα νικήσουν πέραν αμφιβολίας», είπε χαρακτηριστικά ο ΓΓ του ΝΑΤΟ.
Η αλήθεια είναι λόγω της σημασίας που απέδωσε στην έκβαση του ο Τζο Μπάιντεν, τόσο με την αιφνιδιαστική επίσκεψη του στο Κίεβο, όσο και με την ομιλία του στη συνέχεια προς τον αμερικανικό λαό, πολλοί αναρωτήθηκαν αν το ΝΑΤΟ μπορεί να εμπλακεί τελικά σε μια απευθείας σύγκρουση με τη Δύση.
Τη μεγαλύτερη ευθύνη γι’ αυτό, σαφώς και φέρει η αναγόρευση της Δύσης ως τον πραγματικό εχθρό της Ρωσίας από τον Βλαντιμίρ Πούτιν στο δικό του μήνυμα προς το ρωσικό λαό, λίγες μέρες πριν την πρώτη θλιβερή επέτειο του πολέμου στις 24 Φεβρουαρίου.
Εξάλλου στην περίπτωση που η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ τελεσφορήσει, θα απαιτείται νομικά από τους συμμάχους να τρέξουν στο πλευρό της σε περίπτωση επίθεσης εναντίον της.
Δεν υπάρχει περίπτωση
Για την Συμμαχία δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο τέτοια περίπτωση, ξεκαθαρίζει ο Γουίλιαμ Αλμπέρκ από το International Institute for Strategic Studies.
«Ένας πόλεμος απαιτεί χτυπήματα από τις δυνάμεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ με στρατιωτικές στολές, να επιτίθενται εναντίον των ρωσικών δυνάμεων, των ρωσικών εδαφών ή του ρωσικού πληθυσμού», εξηγεί ο ίδιος.
«Η οποιαδήποτε μάχη της Ουκρανίας – με συμβατικά όπλα, εναντίον των ρωσικών δυνάμεων, δεν είναι πόλεμος των ΗΠΑ ή του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, όσο κι αν θέλει η Ρωσία να υποστηρίζει κάτι τέτοιο», υπογράμμισε.
«Επειδή ο ρωσικός στρατός αποδείχτηκε μεγάλη αποτυχία στην Ουκρανία, βοηθά να παρουσιάζεται ότι βρίσκεται σε πόλεμο με το ΝΑΤΟ παρά με την προαναφερόμενη χώρα», συμπληρώνει στο CNN ο Τζον Χερμπστ, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ουκρανία και επικεφαλής του Eurasia Center στο Atlantic Council.
Είναι ο τρόπος του Πούτιν, αφενός να εξηγεί γιατί η ειδική στρατιωτική εκστρατεία του Κρεμλίνου, όπως αρέσκεται να την αποκαλεί, δεν τελείωσε τσακ μπαμ, αλλά και να δικαιολογεί τα πιθανώς σκληρότερα επόμενα βήματα του, συνεχίζει ο ίδιος, αναφερόμενος στην πυρηνική απειλή που επαναφέρεται πυκνά συχνά.
Το παιχνίδι του Κρεμλίνου
Ένας ακόμα λόγος που ο πόλεμος αυτός δεν πρόκειται να λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις είναι ότι το Κρεμλίνο ξέρει πως δεν πρόκειται να επιβιώσει μιας τέτοιας σύγκρουσης.
«Ένα από τα ελάχιστα πράγματα στα οποία συμφωνούν η ρωσική και η αμερικανική ηγεσία είναι η αποφυγή της απευθείας σύγκρουσης ανάμεσα στις δύο δυνάμεις», εξηγεί ο Μάλκολμ Τσάλμερς, αναπληρωτής διευθυντής στη δεξαμενή σκέψης Royal United Services Institute με έδρα το Λονδίνο.
«Η Ρωσία γνωρίζει ότι μια συμβατική αντιπαράθεση με το ΝΑΤΟ θα τελείωνε πολύ γρήγορα για την ίδια. Ωστόσο, έχει νόημα να δηλώνει διατεθειμένη να αναλάβει αυτό το ρίσκο, αν είναι να αποσπάσει περισσότερες παραχωρήσεις από τη Δύση», προσθέτει.
Το χαρτί των πυρηνικών
Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και οι συνάδελφοι τους στο ΝΑΤΟ συμφωνούν επίσης ότι ο Πούτιν δεν θα εξαπολύσει πυρηνικό χτύπημα.
Πιστεύουν όμως ότι η πιθανότητα αυτή δεν πρέπει να σταματήσει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη και ότι πρέπει να γίνει ότι χρειάζεται για την αποφυγή της.
Το ερώτημα είναι, με ποιο κόστος μπορεί να διασφαλιστεί το παραπάνω;
Η Ουκρανία πιθανότατα θα συνεχίσει να ζητά περισσότερα όπλα και μεγαλύτερη υποστήριξη από τους συμμάχους της όσο τραβάει χρονικά ο πόλεμος.
Κάθε φορά, κάθε μέλος του ΝΑΤΟ θα πρέπει να σταθμίζει αν αξίζει ή όχι το ρίσκο ή αν το να οπισθοχωρεί βοηθά τους στόχους του Κρεμλίνου.