Τα τελευταία χρόνια, το gentle parenting έχει κερδίσει έδαφος στις προτιμήσεις των γονέων που θέλουν να βρουν νέους τρόπους να μεγαλώσουν τα παιδιά τους χωρίς τις φωνές και τις παλιότερες γονεϊκές λογικές.
Αυτή η μέθοδος επικεντρώνεται στη συναισθηματική καλλιέργεια και τη θετική επικοινωνία, αντί της αυστηρής πειθαρχίας. Ωστόσο, όπως κάθε προσέγγιση, έτσι και το gentle parenting έχει τα δικά του υπέρ και κατά, όπως ανακαλύπτουμε συζητώντας με νέους γονείς.
«Θα φας ξύλοι» και άλλες παρόμοιες φράσεις δε βρίσκουν έδαφος στο Gentle Parenting
Το gentle parenting, είναι αυτό που λέμε η ήρεμη γονεϊκότητα, και υποστηρίζει την ανατροφή των παιδιών μέσα από την ενσυναίσθηση, τη συνεργασία και την κατανόηση. Αποφεύγει τις τιμωρίες και τις επιβραβεύσεις ως μέσο διαμόρφωσης συμπεριφοράς και επικεντρώνεται στη δημιουργία μιας σχέσης εμπιστοσύνης με το παιδί.
«Tο gentle parenting, το οποίο, πέρα απο το εντυπωσιακό όνομα, τι είναι ουσιαστικά; Να αντιμετωπίζεις το παιδί με σεβασμό, ενσυναίσθηση, αποδοχή & κατανόηση σε ό,τι κάνει. Είτε καλό είτε κακό. Και είναι αυτό που έπρεπε να υπάρχει και να γίνεται πάντα. Οι παππούδες μας όμως έζησαν τον πόλεμο, άρα είχαν βασικό κίνητρο την επιβίωση.
Άρα αυτό επηρέασε και τον τρόπο που διαπαιδαγωγούσαν τα παιδιά τους. Οι γονείς μας προσπάθησαν να το πάνε ένα βήμα παραπέρα, αλλά είχαν και άλλα βιώματα σαν παιδιά. Συν το γεγονός ότι κατά μέσο όρο κάνανε παιδιά σε μικρότερη ηλικία από εμάς, άρα είχαν και άλλη ωριμότητα. Και φτάνουμε στη δική μας γενιά, με όλη αυτή την έκρηξη της πληροφορίας, με τις σπουδές μας, τα ταξίδια μας, που νιώθει πλέον ότι πρέπει να αλλάξει τα πράγματα», λέει η Ζωή, μαμά 2 παιδιών, ιδιωτική υπάλληλος στην Αθήνα.
Οι γονείς που ακολουθούν αυτή την προσέγγιση δίνουν έμφαση στην κατανόηση των συναισθημάτων του παιδιού. Η δημιουργία ασφαλούς δεσμού συμβάλλει στη συναισθηματική ανάπτυξη και αυτοπεποίθηση του παιδιού.
«Νομίζω ότι τα πάντα ξεκινούν από την πρόθεσή του γονιού για το παιδί του, τη διάθεση να κάνεις το καλύτερο δυνατό και φυσικά τη σύγκριση με τους δικούς σου γονείς, με την έννοια ότι δε θέλεις να επαναλάβεις τα λάθη που (θεωρείς ότι) έκαναν αυτοί. Πως θέλεις να μεγαλώσεις το παιδί σου. Εγώ όταν έμεινα έγκυος στην κόρη μου ξεκίνησα να διαβάζω διάφορα, ακολουθούσα λογαριασμούς στο Instagram κτλ, κυρίως για εμένα και μετά για το παιδί μου.
Δηλαδή, έχεις 9 μήνες να προετοιμαστείς για ένα ρόλο το οποίο θα έχεις για ΟΛΗ την υπόλοιπη ζωή σου! Ε αυτό είναι σημαντικό. Και φυσικά δεν ξέρεις να είσαι γονιός. Ξέρεις τι έκαναν οι δικοί σου γονείς, βλέπεις φίλους σου γονείς, αλλά δεν ξέρεις εσύ να είσαι γονιός», λέει η Ζωή.
«Το είδα να δουλεύει καλά στην οικογένειά μας», λέει η Μαρία, μητέρα δύο παιδιών στην Αθήνα. «Η μικρή μου κατανοεί καλύτερα τα όριά της όταν της μιλάω με ήρεμο τόνο και της εξηγώ γιατί κάτι δεν είναι σωστό. Δεν πετυχαίνει όμως πάντα – αλλά τόσο συχνά που μπορώ να πω πως λειτουργεί».
«Οι γονείς μου με τιμωρούσαν αρκετά εύκολα, και μπορώ να πω πως ήταν πολύ αυστηροί, χωρίς λόγο. Έτσι αποφάσισα πως εγώ δεν θα είμαι έτσι».
Η απουσία αυστηρής τιμωρίας συμβάλλει σε ένα πιο ήρεμο οικογενειακό περιβάλλον, με λιγότερες εντάσεις. Η Κατερίνα, μητέρα από τη Θεσσαλονίκη, αναφέρει:
«Οι γονείς μου με τιμωρούσαν αρκετά εύκολα, και μπορώ να πω πως ήταν πολύ αυστηροί, χωρίς λόγο.
Έτσι αποφάσισα πως εγώ δε θα είμαι έτσι. “Θα φας ξύλο” και άλλες παρόμοιες φράσεις δε βρίσκουν έδαφος σε μας. Από τότε που εφαρμόσαμε το gentle parenting, νιώθουμε όλοι λιγότερο άγχος στο σπίτι, και είναι πιο εύκολο να επικοινωνήσουμε αποτελεσματικά και η μέρα ρολάρει κάπως πιο φυσιολογικά, όσο φυσιολογικά μπορείς να είσαι βέβαια με ένα νήπιο μέσα στο σπίτι. Γιατί το gentle parenting δε διώχνει φυσικά τα ξεσπάσματά τους…».
Μερικοί γονείς παραπονιούνται ότι είναι δύσκολο να θέσουν σαφή όρια χωρίς να φαίνονται αυστηροί. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι μια έλλειψη πειθαρχίας. «Κάποιες φορές νιώθω ότι δεν μπορώ να επιβληθώ όσο χρειάζεται», λέει η Τόνια, μητέρα στη Νορβηγία. «Το παιδί μου εκμεταλλεύεται την καλοσύνη μου, και νιώθω αδύναμη να βάλω όρια». «Δεν είναι εύκολο να εξηγείς τα πάντα με ηρεμία, ειδικά μετά από μια κουραστική μέρα στη δουλειά», σημειώνει η Στέλλα, μητέρα στη Θεσσαλονίκη.
Οι προηγούμενες γενιές δυσκολεύονται να ακολουθήσουν τη νέα λογική
Οι προηγούμενες γενιές μεγάλωσαν σε εποχές όπου οι πιο παραδοσιακές μέθοδοι ανατροφής περιλάμβαναν αυστηρή πειθαρχία, χρήση τιμωρίας και την ιδέα ότι τα παιδιά πρέπει να «υπακούν τους μεγάλους». Η αυστηρότητα θεωρούνταν απαραίτητη για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα.
Οι άνθρωποι τείνουν να αναπαράγουν τα μοτίβα με τα οποία μεγάλωσαν, ακόμα κι αν αργότερα τα θεωρούν επιβλαβή. Η μετάβαση από αυτό που ξέρουν σε κάτι νέο απαιτεί σημαντική αυτογνωσία και εκπαίδευση.
«Οι γιαγιάδες μας πιστεύουν ότι τα κακομαθαίνουμε», προσθέτει η Κατερίνα και μάλιστα όταν η ίδια αφήνει το παιδί της στους παππούδες, εκεί η φιλοσοφία είναι πιο αυστηρή – για παράδειγμα, τηρούνται στο εκατό τοις εκατό τα ωράρια, το φαγητό είναι συγκεκριμένο και αδιαπραγμάτευτο. «Είναι δύσκολο να τους εξηγήσουμε τη διαφορετική μας φιλοσοφία και στο τέλος καταλήγω να μαλώνω εγώ με τη μαμά μου.»
«Πολλές φορές ο γιος μου επειδή ξέρει πως θα ανεχτώ περισσότερα, σε εμένα βγάζει ‘όλη την τρέλα του’ ενώ στη γιαγιά του είναι τύπος και υπογραμμός», λέει η Μαρία.
«Αυτό που δε σου λέει το gentle parenting είναι ότι δεν είναι μόνο η διαχείριση του παιδιού αλλά και του εαυτού σου σαν γονιό. Δηλαδή, το παιδί είναι κουρασμένο και ξεσπάει σε tantrum. Tι κάνεις;
Κατεβαίνεις στο ύψος του, του λες αγάπη μου σε καταλαβαίνω, κουράστηκες, σε λίγο θα πάμε σπίτι κτλ. ΟΜΩΣ είσαι και εσύ κουρασμένος εκείνη τη στιγμή. Η δεν είσαι αλλά θες να τελειώσεις κάτι ας πούμε. Η έχεις κάνει αλλά 50 μέσα στη μέρα και το να κλαίει το παιδί σου εκείνη ακριβώς τη στιγμή είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι. Τι κάνεις;
Ποιος θα κατέβει στο δικό σου ύψος να σε καθησυχάσει εσένα σαν γονιό και να σου πει καταλαβαίνω είχες δύσκολη μέρα αλλά σε λίγο θα είστε όλοι σπίτι και τα πράγματα θα είναι καλύτερα. Ο παππούς μου θα έριχνε ένα χαστούκι στον μπαμπά μου και θα τελείωνε εκεί το θέμα. Άλλο τί συνέπειες θα είχε αυτό στον χαρακτήρα του μπαμπά μου. Τόσο ήξερε τόσο έκανε και φυσικά τα ίδια έκανε και ο γείτονας και η συννυφάδα και ο κουμπάρος. Εμείς όμως; We know better, άρα έρχεται μια υποχρέωση να κάνουμε κάτι καλύτερο. Και όταν δεν καταφέρνουμε να το κάνουμε, τότε έχουμε τύψεις.» καταλήγει η Ζωή.