Η γεωοικονομία – η αλληλεπίδραση μεταξύ εμπορίου, χρηματοδότησης, τεχνολογίας και εθνικής ασφάλειας – έχει γίνει το νέο σύνθημα της ΕΕ, ωστόσο, για να παραμείνει σημαντική η Ευρώπη στην παγκόσμια σκηνή οφείλει να αντιμετωπίσει τις γεωοικονομικές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένου του πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και του αυξανόμενου οικονομικού «καταναγκασμού» της Κίνας, υποστηρίζουν διεθνείς αναλυτές.
Αυτό θα έχει επίσης σημασία για να μπορέσει να χειριστεί τον νέο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ έχει απειλήσει να αυξήσει τους δασμούς κατά των Ευρωπαίων εταίρων, θα μπορούσε να ανατρέψει τη διατλαντική συνεργασία για τον περιορισμό των οικονομικών πόρων της Ρωσίας, που χρησιμοποιούνται για τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, ενώ μπορεί ακόμη και να άρει τις κυρώσεις κατά της Μόσχας.
Στα χαρτιά, η ΕΕ έχει όλα όσα χρειάζεται για να γίνει υπερδύναμη στην οικονομική ασφάλεια
Για να ξεπεράσουν αυτά τα προβλήματα, οι αξιωματούχοι της ΕΕ έχουν ανακοινώσει κάθε είδους πολιτικές τα τελευταία χρόνια, όπως η δημιουργία ενός μέσου για την υπεράσπιση του μπλοκ από τον οικονομικό εξαναγκασμό, ο προσδιορισμός στρατηγικών τεχνολογιών και η ενίσχυση της ευρωπαϊκής παραγωγής υλικών κρίσιμων για τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια.
Η ΕΕ καλείται να χαράξει ανεξάρτητη πορεία
Η επιτυχία της Ευρώπης, ωστόσο, θα χρειαστεί περισσότερα από τη σύνταξη προγραμμάτων και τον διορισμό καλοπροαίρετων ηγετών. Εγκλωβισμένη από μια υπερβολικά περίπλοκη κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των πολυάριθμων θεσμικών οργάνων και των 27 κρατών μελών της, η ΕΕ πάσχει από εσωτερική δυσλειτουργία όσον αφορά τη γεωοικονομία.
Εάν το μπλοκ δεν μπορεί να καταλήξει σε ένα πιο συνεργατικό σύστημα, δεν θα είναι σε θέση να χαράξει μια ανεξάρτητη πορεία μέσα από τις αυξανόμενες διεθνείς προκλήσεις. Ευτυχώς, η ΕΕ μπορεί να αξιοποιήσει τη δική της εμπειρία σε άλλους τομείς, όπως η πολιτική ανταγωνισμού, η προστασία των δεδομένων και η ιατρική, για να βρει μια διέξοδο προς τα εμπρός.
Σε αυτούς τους τομείς, η ΕΕ έχει συνδέσει τις διάφορες ικανότητες των μελών της σε ένα σύστημα συλλογικής εποπτείας. Με παρόμοιο τρόπο, τα κράτη μέλη πρέπει τώρα να συγκεντρώσουν τους πόρους τους για να αντιμετωπίσουν τις κοινές γεωοικονομικές ανησυχίες τους.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου, είναι καιρός η ΕΕ να δημιουργήσει ένα ευρωπαϊκό δίκτυο οικονομικής ασφάλειας, υποστηρίζει το αμερικανικό περιοδικό Foreifn Affairs σε ανάλυσή του. Το δίκτυο αυτό θα συγκεντρώνει εκπροσώπους από τις γραφειοκρατίες οικονομικής ασφάλειας των κρατών μελών για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και τον συντονισμό της πολιτικής.
Η ΕΕ πρέπει να το κάνει αυτό γρήγορα: ο κόσμος γίνεται όλο και πιο χαοτικός και αν το μπλοκ δεν μπορέσει να δημιουργήσει σύντομα έναν λειτουργικό γεωοικονομικό μηχανισμό, θα βρεθεί να χειραγωγείται από τους συμμάχους στα δυτικά του και τους εχθρούς στα ανατολικά του.
Ευρωπαϊκή… αποσύνδεση
Στα χαρτιά, η ΕΕ διαθέτει όλα όσα χρειάζεται για να γίνει μια υπερδύναμη οικονομικής ασφάλειας. Το μπλοκ είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, με μια εσωτερική αγορά 450 εκατομμυρίων – σε γενικές γραμμές, εύπορων – καταναλωτών. Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή ροής άμεσων ξένων επενδύσεων παγκοσμίως.
Ο συνεταιρισμός Swift, ο οποίος συνδέει όλες τις διεθνείς τράπεζες, βρίσκεται στο Βέλγιο. Η ΕΕ ελέγχει επίσης το δεύτερο πιο διαδεδομένο νόμισμα στον κόσμο, το ευρώ.
Οι ηγέτες του μπλοκ των «27» αντιλαμβάνονται το δυναμικό οικονομικής ασφάλειας της ηπείρου τους. Το 2023, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε ένα έγγραφο στρατηγικής για την οικονομική ασφάλεια, στο οποίο περιγράφεται πώς τα μέτρα οικονομικής κρατικής τεχνικής, όπως οι έλεγχοι των εξαγωγών, θα μπορούσαν να έχουν αλυσιδωτές επιπτώσεις σε ολόκληρη την ήπειρο και πέραν αυτής.
Επειδή αρκετές κρίσιμες εταιρείες τεχνολογίας, όπως ο ολλανδικός γίγαντας εξοπλισμού ημιαγωγών ASML και η γερμανική εταιρεία εταιρικού λογισμικού SAP, αποκαλούν την Ευρώπη πατρίδα τους, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΕ γνωρίζουν ότι η ήπειρος αποτελεί δυνητικό σημείο ασφυξίας για τον εφοδιασμό τεχνολογίας. Ωστόσο, οι προσπάθειες οικονομικής ασφάλειας της Ευρώπης έχουν σε μεγάλο βαθμό βαλτώσει.
Η στρατηγική του μπλοκ είναι ως επί το πλείστον αμυντική και αντιδραστική, επικεντρωμένη στην προστασία της Ευρώπης από τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές της Κίνας, τη ρωσική επιθετικότητα ή την πιθανή επιβολή σαρωτικών δασμών από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και ακόμη και σε αυτά τα σημεία, υπάρχει μικρή συμφωνία μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ ή ακόμη και εντός των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.
Ο κατακερματισμός βλάπτει σοβαρά την… οικονομία
Η πρόσφατη ψήφος των κρατών μελών στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επιβολή δασμών στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα είναι μια τέλεια απεικόνιση των παγίδων του κατακερματισμού του μπλοκ. Αντί να στείλει ένα αξιόπιστο μήνυμα στο Πεκίνο, η ψηφοφορία εξαπέλυσε πικρές εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των κρατών μελών.
Καθώς η Κίνα απείλησε να προβεί σε αντίποινα με δασμούς στις εισαγωγές γερμανικών αυτοκινήτων, το Βερολίνο στράφηκε κατά των Βρυξελλών και καταψήφισε τα μέτρα – μια κίνηση που άφησε εμβρόντητους πολλούς Ευρωπαίους. Η Γερμανία δεν ήταν το μόνο κράτος μέλος της ΕΕ που ψήφισε κατά των δασμών: Η Ουγγαρία, η οποία έλαβε σχεδόν το ήμισυ των κινεζικών άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ευρώπη το 2023, είπε επίσης «όχι».
Παρόλο που η ΕΕ ενέκρινε τελικά το μέτρο, η οπτική του ευρωπαϊκού κατακερματισμού ήταν προφανής και οι διαμάχες θα ενθαρρύνουν πιθανότατα το Πεκίνο να προσπαθήσει να συνεχίσει να διχάζει τα κράτη μέλη στο μέλλον. Σε άλλες περιπτώσεις, ο κατακερματισμός έχει ήδη οδηγήσει σε κάποια αποδυνάμωση των πολιτικών: οι ευρωπαϊκές προσπάθειες για τον περιορισμό των εισαγωγών ρωσικού υγροποιημένου φυσικού αερίου παρεμποδίζονται συνεχώς από ορισμένα κράτη μέλη, ιδίως την Ισπανία.
Ακόμη και όταν το μπλοκ καταφέρνει να ενωθεί, όπως έκανε για να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας μετά την εισβολή στην Ουκρανία, εξαρτάται από το αμερικανικό προσωπικό για να επιβάλει τις δικές του πολιτικές. Ο επερχόμενος νέος πρόεδρος των ΗΠΑ έχει υιοθετήσει μια πολύ πιο εχθρική στάση απέναντι στα ευρωπαϊκά κράτη σε σχέση με τον προκάτοχό του.
Εάν οι πολιτικοί στόχοι των Ηνωμένων Πολιτειών και της ΕΕ αρχίσουν να αποκλίνουν σε βασικά ζητήματα, όπως η ολοένα και πιο επιθετική συμπεριφορά της Κίνας προς την Ταϊβάν στη Νότια Σινική Θάλασσα ή ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, η Ευρώπη θα χρειαστεί να αγωνιστεί ακόμη περισσότερο για να αναπτύξει τα οικονομικά της εργαλεία ανεξάρτητα από την Αμερική.
Η δύναμη της ποικιλομορφίας των «27»
Η αντίθεση μεταξύ των δυνατοτήτων των Ηνωμένων Πολιτειών και της ΕΕ είναι έντονη. Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, η Ουάσινγκτον πραγματοποίησε μια σειρά επενδύσεων σε θεσμούς οικονομικής ασφάλειας. Μόνο το Γραφείο Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων του υπουργείου Οικονομικών διαθέτει περισσότερα από 200 μέλη προσωπικού και ετήσιο προϋπολογισμό δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων.
Η υιοθέτηση του αμερικανικού μοντέλου δεν θα αποτελέσει ποτέ επιλογή για την Ευρώπη, καθώς τα κράτη μέλη είναι συνήθως απρόθυμα να παραχωρήσουν την εξουσία στις Βρυξέλλες – και όχι αδίκως…
Ευτυχώς, όμως, η ΕΕ δεν χρειάζεται να μιμηθεί τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το μπλοκ έχει επανειλημμένα μετατρέψει την ποικιλομορφία του σε πλεονέκτημα, σχεδιάζοντας αποτελεσματικά συστήματα σε πολλούς τομείς, όπως η πολιτική ανταγωνισμού, η προστασία των προσωπικών δεδομένων, η ιατρική, η ενέργεια και οι τηλεπικοινωνίες.
Για παράδειγμα, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων διαθέτει ένα αποκεντρωμένο δίκτυο 50 εθνικών οργανισμών σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Ο Οργανισμός συγκεντρώνει την επιστημονική εμπειρογνωμοσύνη σε όλες τις χώρες του μπλοκ, λειτουργεί ως ενιαίο σημείο επαφής για τον ιδιωτικό τομέα για σκοπούς αδειοδότησης και διασφαλίζει τη συνοχή και τα ενιαία πρότυπα για τα φάρμακα της ΕΕ, αφήνοντας κάποια περιθώρια στα κράτη μέλη. Κάθε χώρα, για παράδειγμα, μπορεί να καθορίσει τα δικά της ποσοστά επιστροφής φαρμάκων, στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος κοινωνικής ασφάλισης.
Αν δεν ενοποιηθεί πραγματικά, θα έχει πρόβλημα
Όπως και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων, ένα δίκτυο οικονομικής ασφάλειας θα μπορούσε επίσης να χρησιμεύσει ως υπηρεσία «μίας στάσης» για τις επιχειρήσεις, συγκεντρώνοντας πληροφορίες και παρέχοντας την απαραίτητη ασφάλεια δικαίου, ώστε οι εταιρείες να μπορούν να διασφαλίζουν ότι οι συναλλαγές τους δεν προσκρούουν σε καθεστώτα κυρώσεων.
Το δίκτυο δεν θα έλυνε ως δια μαγείας τις πολιτικές διαιρέσεις μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, αλλά θα βοηθούσε τουλάχιστον στον καθορισμό κοινών προτύπων για την επιβολή κυρώσεων, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι τα μέλη δεν θα αισθάνονται πως τους στερούν τα προνόμιά τους.
Ένα τέτοιο δίκτυο θα ενίσχυε επίσης την αξιοπιστία της Ευρώπης έναντι των αντιπάλων της. Με την εδραίωση της συνοχής, θα ελέγξει την ικανότητα των «εχθρών» να διχάζουν τα ευρωπαϊκά κράτη μέλη μεταξύ τους, σε μια προσπάθεια να μειώσουν την αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής της ΕΕ.
Θα μπορούσε, ομοίως, να ενισχύσει τη διαπραγματευτική ισχύ της ΕΕ έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών, καθιστώντας δυσκολότερη για την Ουάσινγκτον την άσκηση πίεσης σε μεμονωμένα κράτη μέλη ή τη σύναψη διμερών συμφωνιών με χώρες φιλικές προς τον Τραμπ, όπως η Ουγγαρία ή η Ιταλία.
Χωρίς σημαντικές θεσμικές επενδύσεις, οι φιλοδοξίες της ΕΕ για οικονομική ασφάλεια θα αποτύχουν. Τα μέλη της θα είναι ευάλωτα σε αντιπάλους που επιδιώκουν να προκαλέσουν ζημιά και σε συμμάχους που δίνουν προτεραιότητα στα δικά τους συμφέροντα. Επομένως, η Ευρώπη πρέπει να αξιοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο την εσωτερική της… «ακαταστασία». Αν δεν μπορεί να ενοποιηθεί πραγματικά, θα πρέπει να αξιοποιήσει την ποικιλομορφία της για να σφυρηλατήσει ένα ισχυρό και μοναδικό δίκτυο οικονομικής ασφάλειας.