Όλα ξεκίνησαν το 2019, όταν ο οικολόγος Thomas Crowther και η ομάδα του δημοσίευσαν μια μελέτη που σύντομα επρόκειτο να αναδειχθεί σε blockbuster. Η έρευνά τους κατέληγε στο τολμηρό και αμφιλεγόμενο συμπέρασμα, ότι η Γη θα μπορούσε να χωρέσει άλλα 1,2 τρισεκατομμύρια δέντρα.
Αυτό αναδεικνύει την «παγκόσμια αποκατάσταση των δέντρων, ως την πιο αποτελεσματική λύση μας για την κλιματική αλλαγή μέχρι σήμερα», διαπίστωναν οι ερευνητές στο έγγραφο.
Ο ίδιος επικρίθηκε για την αξιοπιστία της ακαδημαϊκής του εργασίας, καθώς, σύμφωνα με πολλούς, υπερεκτιμούσε την ποσότητα του άνθρακα που θα μπορούσαν να απορροφήσουν τα δέντρα και την έκταση της γης που θα μπορούσε βιώσιμα να δασωθεί. Ωστόσο η αισιοδοξία που ενστάλαξε στην κοινωνία, αυτή του η διαπίστωση, ήταν απλά πολύ μεταδοτική για να σβήσει. Εξάλλου, τα δέντρα ήταν και είναι μια φαινομενικά εύκολη λύση στα υπαρξιακά μας κλιματικά προβλήματα.
Μετά την ανακοίνωση της μελέτης, μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, όπως η Shell, έδρασαν αμέσως, υποσχόμενες να δαπανήσουν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε πρωτοβουλίες αναδάσωσης. Μάλιστα, η καμπάνια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που εμπνεύστηκε από αυτή την μελέτη, με όνομα, Team Trees, που είχε ως στόχο τη φύτευση 20 εκατομμυρίων δέντρων έγινε viral, εξασφαλίζοντας δωρεά εκατομμυρίων δολαρίων από τον διευθύνοντα σύμβουλο της Tesla Elon Musk, πριν από την έναρξη του 2020. Τέσσερα χρόνια αργότερα όμως, ο πρώην επικεφαλής επιστημονικός σύμβουλος της εκστρατείας των Ηνωμένων Εθνών, φαίνεται να έχει αλλάξει γνώμη, παρακαλώντας μάλιστα τους περιβαλλοντικούς ηγέτες να σταματήσουν τις μαζικές δενδροφυτεύσεις.
Να φυτεύσω ή να μην φυτεύσω;
Το 2019 το εργαστήριό του Crowther στο ETH της Ζυρίχης διαπίστωνε ότι η Γη έχει χώρο για επιπλέον 1,2 τρισεκατομμύρια δέντρα, τα οποία θα μπορούσαν να απορροφήσουν έως και τα δύο τρίτα του άνθρακα που ο άνθρωπος έχει εκπέμψει στην ατμόσφαιρα. Παρά την μελέτη και τη διάχυτη αισιοδοξία του καθηγητή, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα συνέχισαν να αυξάνονται.
Έτσι, ο ίδιος παίρνοντας τον λόγο στη φετινή διάσκεψη του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή στο Ντουμπάι, ανέφερε τα αγνοημένα μειονεκτήματα της μαζικής φύτευσης δέντρων. Μερικά από τα πιο γνωστά είναι ότι καταπνίγει τη βιοποικιλότητα και ότι οι αναδασώσεις δεν είναι τόσο αποτελεσματικοί φορείς δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα όσο πίστευαν κάποτε. Η πιο σημαντική του παρατήρηση όμως, ήταν για την ακρίβεια η προειδοποίηση ότι οι μαζικές δεντροφυτεύσεις χρησιμοποιούνται ως δικαιολογία για την αποφυγή της μείωσης των εκπομπών. Ο Crowther, μιλώντας στη σύνοδο κορυφής για το κλίμα, θέλησε να «διορθώσει» τα λεγόμενά του. «Αν κανείς δεν είχε πει ποτέ: “Φυτέψτε ένα τρισεκατομμύριο δέντρα”, νομίζω ότι θα ήμασταν σε πολύ καλύτερη θέση», πρόσθεσε. «Αλλά ίσως να μην υπήρχε τόσος θόρυβος και τόση προσοχή στη φύση, ώστε όλοι οι πολύ υπεύθυνοι επιστήμονες που βρίσκονται εδώ να μπορούσαν να το διορθώσουν και να το μετατρέψουν σε κάτι καλό».
Ο καθηγητής οικολογίας πιστεύει πλέον ότι θα πρέπει να εστιάσουμε στη διατήρηση των υφιστάμενων δασών και όχι στη φύτευση νέων. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνά του, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα στο περιοδικό Nature, το να αφήσουμε τα υπάρχοντα δάση να επεκταθούν και να αναπτυχθούν με φυσικό τρόπο, υπολογίζεται ότι θα αντισταθμίσει μακροπρόθεσμα περίπου 50 τοις εκατό περισσότερο άνθρακα. Η προστασία των δέντρων βέβαια, απαιτεί συνδυασμό τοπικών, εθνικών και παγκόσμιων προσπαθειών, συνεργασία μεταξύ κυβερνήσεων, ΜΚΟ, τοπικών κοινοτήτων και ατόμων. Στόχος είναι κυρίως να εμπεδώσουμε όλοι ότι η προστασία των δέντρων είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και τη διατήρηση των οικοσυστημάτων.
Έτσι, πέρα από την δενδροφύτευση, χρειάζεται η προώθηση και υποστήριξη βιώσιμων πρακτικών που δίνουν προτεραιότητα στην υπεύθυνη υλοτομία, ελαχιστοποιούν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη υγεία των δασών. Σε προσωπικό επίπεδο, σημαντική είναι και η ευαισθητοποίηση σχετικά με τη σημασία των δέντρων και των δασών για το περιβάλλον, το κλίμα και τη βιοποικιλότητα και η εκπαίδευση των κοινοτήτων σχετικά με τις βιώσιμες πρακτικές και την αξία της διατήρησης των τοπικών οικοσυστημάτων.