Ανεξέλεγκτη και παράνομη δόμηση, παραμόρφωση του φυσικού τοπίου, άντληση φυσικών πόρων, εγκατάλειψη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, τεράστιες στρατηγικές επενδύσεις ασύμβατες με το μέγεθος των οικισμών και αναποτελεσματική διακυβέρνηση. Με άλλα λόγια, υπερτουρισμός. Αυτά είναι ορισμένα μόνο από τα συμπεράσματα που προέκυψαν για τα νησιά Σίφνο, Σέριφο και Φολέγανδρο, βάσει της -προ ολίγων ημερών δημοσιευμένης- τεχνικής έκθεσης του προγράμματος «7 υπό απειλή» της Europa Nostra και του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
Το πρόγραμμα αναδεικνύει ετησίως τα 7 πιο απειλούμενα μνημεία και τόπους πολιτιστικής κληρονομίας για το 2024 στην Ευρώπη. Η πρόταση για την ένταξη στο πρόγραμμα των τριών ελληνικών νησιών, πραγματοποιήθηκε από την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ).
«Δεν θέλουμε να γίνουν σαν τη Μύκονο και τη Σαντορίνη»
Η ομάδα αξιολόγησης της Europa Nostra και του Ινστιτούτου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, επισκέφθηκε την Ελλάδα από τις 18 έως τις 23 Οκτωβρίου 2024. Μεταξύ άλλων, πραγματοποίησε συναντήσεις με τα αρμόδια υπουργεία, δημάρχους και τοπικούς συλλόγους από τα τρία νησιά, ενώ εξέτασε σχετικά έγγραφα, την εθνική νομοθεσία και στατιστικές πηγές.
Σύμφωνα με όσα σχολίασε στο iEidiseis.gr, η Μπέττυ Χατζηνικολάου, πρόεδρος Συμβουλίου Θεσμικού Πλαισίου της ΕΛΛΕΤ, «προτείναμε αυτά τα τρία νησιά, λόγω του μεγέθους τους κι επειδή απειλούνται με -παραπάνω από το κανονικό-, τουριστική δόμηση. Η τουριστική κίνηση επιβαρύνει τρομερά το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον τους. Δηλαδή, δεν θέλουμε αυτά τα νησιά να αποκτήσουν τα προβλήματα που έχουν ήδη η Μύκονος και η Σαντορίνη. Θέλαμε να αναδειχθεί ένα παράδειγμα, που θα προέρχεται από έναν ευρωπαϊκό φορέα με κύρος».
«Σε κίνδυνο η περιβαλλοντική ακεραιότητα»
Η πρόταση της ΕΛΛΕΤ τελικά έγινε δεκτή κι ως αποτέλεσμα, στην επίμαχη τεχνική έκθεση, αναγράφεται ότι λόγω της έντονης τουριστικής ανάπτυξης σε αυτά τα τρία νησιά και γενικότερα στις Κυκλάδες, «συχνά, παρατηρείται κατάχρηση σύγχρονων δομικών υλικών και πρακτικών…». Αυτή η «ανεξέλεγκτη και υπερβολική δόμηση, έχει παραμορφώσει το τοπίο σε ορισμένες περιοχές, θέτοντας σε κίνδυνο τόσο την περιβαλλοντική ακεραιότητα, όσο και την πολιτιστική αυθεντικότητα».
Σημαντικός παράγοντας υπερανάπτυξης σύμφωνα με την έκθεση, είναι και οι δευτερεύουσες κατοικίες, οι οποίες, εκτός των άλλων, «αυξάνουν το κόστος στέγασης, δυσκολεύοντας τους κατοίκους της περιοχής και τους βασικούς εργαζόμενους να αντέξουν οικονομικά τη διαμονή τους».
«Έχουν αφήσει τα νησιά ευάλωτα στην ανεξέλεγκτη δόμηση»
Αναφορικά με το πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού για τις Κυκλάδες, στην έκθεση αναφέρεται πως αυτό «είναι ξεπερασμένο και εφαρμόζεται ανεπαρκώς». Κι αυτό επειδή, «οι επικαλυπτόμενες αρμοδιότητες μεταξύ των κρατικών αρχών, δημιουργούν αναποτελεσματικότητα στη διακυβέρνηση και κατακερματισμένη λογοδοσία».
Παράλληλα, όπως αναγράφεται, οι στρατηγικές επενδύσεις, «συχνά παρακάμπτουν τις τοπικές προτιμήσεις μεταξύ των Ειδικών Σχεδίων Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΣΧΑΣΕ) και αποξενώνουν τις τοπικές κοινότητες. Οι καθυστερήσεις στην εφαρμογή των Τοπικών και Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΤΠΣ/ΕΠΣ), επιδεινώνουν το ζήτημα έχοντας αφήσει τα νησιά ευάλωτα στην ανεξέλεγκτη δόμηση και την ανεπαρκή διαχείριση των χρήσεων γης. Τώρα επισπεύδονται, εγείροντας ανησυχίες για ανεπαρκή δημόσια διαβούλευση και αμφιβολίες για το κατά πόσο θα αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις ιδιαίτερες προκλήσεις των νησιών».
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, αναφέρεται η Σκύρος, «όπου οι κάτοικοι κατά την πρόσφατη δημόσια διαβούλευση επέλεξαν ένα σενάριο μηδενικής ανάπτυξης, έναντι ακόμη και της εναλλακτικής λύσης ήπιας ανάπτυξης, η οποία περιελάμβανε σχέδια για μαρίνα, προβλήτα κρουαζιερόπλοιων και ξενοδοχεία πέντε αστέρων… Μένει να δούμε αν η επιλογή τους θα διατηρηθεί ή θα παρακαμφθεί προς το συμφέρον της ανάπτυξης και της εθνικής οικονομίας».
«Να απαγορευθούν οι στρατηγικές επενδύσεις σε μικρά και μεσαία νησιά»
Σύμφωνα με την κ. Χατζηνικολάου, «οι στρατηγικές επενδύσεις πρέπει να απαγορευθούν στα νησιά, ειδικά στα μικρά και μεσαία. Είναι πολύ μεγάλες επενδύσεις, ασύμβατες με τις κλίμακες των οικισμών και με το μέγεθος των νησιών. Καταναλώνουν πολύτιμους πόρους και στο τέλος καταλήγουν να κάνουν δικά τους πολεοδομικά σχέδια που περνάνε με προεδρικά διατάγματα».
Όπως εξήγησε η κ. Χατζηνικολάου, αυτή την περίοδο, «εκπονούνται τα λεγόμενα Πολεοδομικά Σχέδια και τα Ειδικά Πολεοδομικά Σχέδια. Είναι υποχρεωτικό ο ανάδοχος μελετητής να προσεγγίσει σε αυτά τη φέρουσα ικανότητα του εκάστοτε νησιού. Το ζήτημα είναι ότι θα προσεγγιστεί με σχετικά στοιχειώδη τρόπο και μέχρι να εκπονηθούν τα πολεοδομικά σχέδια, όλοι σπεύδουν να βγάλουν άδειες. Επίσης, δεν θίγονται οι μεγάλες στρατηγικές επενδύσεις».
Παράλληλα, βάσει όσων αναγράφονται στην έκθεση, οι συνομιλητές της ομάδας αξιολόγησης, ισχυρίστηκαν ότι σε μεγάλο βαθμό, ένα μοτίβο «ανυπόστατων ισχυρισμών σχετικά με τη βιωσιμότητα των επενδύσεων και την τήρηση των περιβαλλοντικών πολιτικών διαπερνά την τεκμηρίωση του δημόσιου τομέα, συμπεριλαμβανομένης της τεκμηρίωσης του υπουργείου Ανάπτυξης σχετικά με τις στρατηγικές επενδύσεις».
«7 ευρω ανά κ.μ. το κόστος του αφαλατωμένου νερού»
Η έντονη εμπορευματοποίηση στις Κυκλάδες, υπονομεύει επίσης «τις τοπικές παραδόσεις και τα μέσα διαβίωσης, όπως η γεωργία και η κτηνοτροφία» κι ενώ το εισόδημα των ντόπιων, «εξαρτάται όλο και περισσότερο από τον εποχιακό τουρισμό».
Άλλωστε, σύμφωνα με την κ. Χατζηνικολάου, «ο τουρισμός είναι ένας επισφαλής παραγωγικός κλάδος, που υφίσταται πολλές διακυμάνσεις. Δεν μπορείς να εξαρτάς από αυτόν ολόκληρη την τοπική οικονομία. Πρέπει να ενισχυθεί η αλιεία και η γεωργία, η οποία στα Κυκλαδονήσια έχει πάρα πολύ ποιοτικά προϊόντα».
Δεν είναι όμως μόνο ότι σύμφωνα με την έκθεση, «γη και σπίτια πωλούνται για βραχυπρόθεσμο οικονομικό κέρδος». Είναι επίσης, ότι ο υπερβολικός τουρισμός επιδεινώνει την έλλειψη πόρων, ειδικά του νερού. Άλλωστε, «το κόστος του αφαλατωμένου νερού σε νησιά όπως η Σίφνος, μπορεί να φτάσει τα 7 ευρώ ανά κυβικό μέτρο, ξεπερνώντας κατά πολύ τις τιμές της ηπειρωτικής χώρας».
«Πού θα ζήσουν όταν το το νησί τους γίνει αδιάβατο;»
Αντίστοιχα προβλήματα δημιουργούνται και με την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς, «η υψηλή ζήτηση από εγκαταστάσεις υψηλών προδιαγραφών με πισίνες, κλιματισμό κι άλλες ενεργοβόρες ανέσεις, οδηγεί συχνά σε διακοπές ρεύματος».
Όπως άλλωστε αναρωτήθηκε η κ. Χατζηνικολάου, «πού θα ζήσουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, όταν το νησί τους γίνει αδιάβατο, όταν υπάρχουν σκουπίδια, όταν νερό δεν υπάρχει ήδη στα περισσότερα νησιά; Αυτά τα ζητήματα δεν έχουν λυθεί προτού προωθηθεί αυτού του είδους η τουριστική ανάπτυξη».
«Δεν γίνεται τίποτα με σχεδιασμό»
Προκειμένου η κατάσταση να ανατραπεί, η ομάδα αξιολόγησης, θεωρεί πως θα πρέπει να υπάρξει αλλαγή «σε έναν πιο ισορροπημένο, βιώσιμο και βασισμένο στην εμπειρία τουρισμό, που ευθυγραμμίζεται με τη φέρουσα ικανότητα και τις πολιτιστικές αξίες των νησιών».
Άλλωστε, μπορεί ορισμένα νησιά όπως η Μύκονος, η Σαντορίνη και ενδεχομένως η Πάρος, να έχουν περάσει το σημείο καμπής και να βιώνουν τις συνέπειες της υπερανάπτυξης, εντούτοις, σύμφωνα με την έκθεση, «η πλειονότητα των νησιών έχει ακόμα χρόνο να δράσει».
Σύμφωνα με την κ. Χατζηνικολάου, «υπάρχουν νησιά που έχουν κι άλλα περιθώρια τουριστικής ανάπτυξης, χρειάζεται όμως μέτρο και σχεδιασμός. Όμως δεν γίνεται τίποτα με σχεδιασμό. Ελπίζουμε ότι οι κεντρικοί και περιφερειακοί φορείς θα σκύψουν πάνω από αυτή την τεχνική έκθεση και θα την δουν σαν παράδειγμα και για τα άλλα νησιά».
«Οι υποδομές καταπίνουν φυσικό τοπίο»
Σύμφωνα με την κ. Χατζηνικολάου, «υπάρχουν πολλά παραδείγματα παγκοσμίως, όπου η υπερβολική τουριστική ανάπτυξη, οδήγησε σταδιακά σε μείωση της ζήτησης και στην έλευση τουριστών που αφήνουν λιγότερα χρήματα. Δεν θέλουμε αυτή την τύχη για τα πολύτιμα νησιά μας».
Σύμφωνα με όσα σχολίασε η ίδια, «υπάρχει μια θεωρία, ότι δεν υπάρχει υπερτουρισμός, αλλά έλλειψη υποδομών. Αυτό δεν ισχύει, επειδή υπάρχει ένα όριο στις υποδομές που μπορεί να δεχθεί κάθε νησί. Στο τέλος, ο τουρίστας θα ανοίγει την πόρτα και θα βλέπει μονάδες αφαλάτωσης και δρόμους. Όλες αυτές οι υποδομές καταπίνουν φυσικό τοπίο».
«Έτσι θα αποτραπεί η παράνομη δόμηση»
Ως αποτέλεσμα, θα πρέπει μεταξύ άλλων, να υπάρξει «επιβολή αυστηρότερων κανονισμών, εφαρμογή και έλεγχος κατά των μη αδειοδοτημένων και ακατάλληλων κατασκευών, ιδίως εκτός των καθορισμένων αστικών περιοχών», αλλά και να υπάρξει σεβασμός στις βασικές αρχές του δικτύου Natura 2000.
Στις προτάσεις της ομάδας αξιολόγησης, συμπεριλαμβάνεται επίσης η ανάγκη επένδυσης σε βασικές υποδομές, όπως τα συστήματα ύδρευσης και ενέργειας «για να μειωθεί η επιβάρυνση των φυσικών πόρων και να διασφαλιστεί η ανθεκτικότητα έναντι της κλιματικής αλλαγής». Προτείνεται επίσης η προώθηση της βιώσιμης χρήσης των υδάτινων πόρων και υγρών αποβλήτων, καθώς και η παροχή κινήτρων για την κατασκευή δεξαμενών.
Προκειμένου να ελεγχθεί η τοπική ανάπτυξη, θα πρέπει επίσης να δοθεί στους δήμους μια τεχνική υποστήριξη. Με αυτόν τον τρόπο, «θα αποτραπεί η παράνομη δόμηση και θα παρακολουθείται η χρήση γης στην επικράτειά τους». Αυτή η τεχνική υποστήριξη, θα πρέπει να περιλαμβάνει «οριστικά, πλήρη και πλήρως ασφαλή χωρικά δεδομένα…».
Αύξηση 19% των ξενοδοχείων σε τρία χρόνια
Ενδεικτικό της αθρόας επέκτασης της τουριστικής υποδομής τα τελευταία χρόνια, είναι ότι όπως αναγράφεται στην έκθεση, το 2020 υπήρχαν στις Κυκλάδες συνολικά 967 ξενοδοχεία με συνολικά 49.392 κλίνες. «Μέχρι το τέλος του 2023, ο αριθμός αυτός είχε αυξηθεί σε 1.151 ξενοδοχεία με 61.675 κλίνες -μια αύξηση 19% στα ξενοδοχεία και 24,8% στις διαθέσιμες κλίνες…». Αντίστοιχα, τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, αναφέρουν συνολικά περίπου 30.000 ενεργές καταχωρίσεις σε όλο το Νότιο Αιγαίο.
Παράλληλα, η μέση τιμή των ιδιωτικών ακινήτων στις Κυκλάδες ανέρχεται σε περίπου 3.000 ευρώ/τ.μ., «αν και οι τιμές μπορούν να ξεπεράσουν τα 10.000 ευρώ/τ.μ.». Είναι ενδεικτικό, ότι όπως αναγράφεται, «τα τελευταία χρόνια, οι αξίες των ακινήτων έχουν ανατιμηθεί με ετήσιο ρυθμό 6%-7%, με σημαντικά υψηλότερες αυξήσεις στα premium τμήματα της αγοράς».
«Προστέθηκαν 500.000 τ.μ. δόμησης στη Σαντορίνη»
Αξίζει να σημειωθεί, πως όπως αναγράφεται στην έκθεση, ο δήμαρχος Σαντορίνης, χαρακτήρισε το νησί «κορεσμένο» και ότι υπόκειται σε «παράλογη ανάπτυξη», προσθέτοντας ότι τα τελευταία χρόνια έχουν προστεθεί 500.000 τ.μ. δόμησης, εξαιρώντας τα κτίρια χωρίς άδεια.
Κι ενώ η έκδοση νέων οικοδομικών αδειών στη Σαντορίνη έχει προσωρινά σταματήσει, εντούτοις εργοτάξια «με υπάρχουσες άδειες, μη αδειοδοτημένες κατασκευές και Στρατηγικές επενδύσεις, συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό».