Ο θρύλος της Μόρνας, ή αλλιώς «Σκοτεινά», όπως ονομάστηκε αργότερα, πλανάται στις πλαγιές των Πιερίων, μαγνητίζοντας την προσοχή μας με την ατμόσφαιρά του, τις σκοτεινές ιστορίες του και την παράξενη γεωγραφία του. Γνωστό για τη σπάνια αναλογία του φωτός και του σκότους —μόλις 6 ώρες ηλιοφάνεια και 18 ώρες νύχτα— το χωριό αυτό έχει καταγραφεί στη λαϊκή παράδοση όχι μόνο για τις ιδιαιτερότητές του, αλλά και για τους θρύλους που το συνοδεύουν.
Ο μύθος τον «7 γυμνών κοριτσιών»
Αυτή η περιοχή έχει εμπνεύσει αναρίθμητους μύθους και ιστορίες τρόμου. Οι κάτοικοι του παλιού χωριού υποστήριξαν για πολλά χρόνια ότι έβλεπαν γυμνά κορίτσια να χορεύουν τη νύχτα κοντά στον ποταμό Μόρνο. Οι κοπέλες αυτές, σύμφωνα με τις φήμες, δεν ήταν παρά «τα 7 γυμνά κορίτσια» που κάθε βράδυ τρομοκρατούσαν τους κατοίκους με τα φαντάσματα και τις φρικτές φωνές τους — ένα φαινόμενο που τροφοδότησε τις νυχτερινές αγωνίες όσων επέμεναν να κυκλοφορούν έξω κατά τις σκοτεινές ώρες.
Αυτές οι τρομακτικές εικόνες προέρχονται από την περίοδο που το χωριό έβλεπε την ερημιά να πλησιάζει επικίνδυνα, προκαλώντας ανησυχία και φόβο. Η ιστορία αυτή διατηρήθηκε ζωντανή μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1960, φέρνοντας στη μνήμη των ντόπιων αντιλήψεις που είχαν τις ρίζες τους σε μυθολογίες και δοξασίες.
Η τοποθεσία
Η γεωγραφία της Μόρνας συμμάχησε με τη μυθολογία της, καθώς το χωριό χτισμένο σε μια «γούβα» των Πιερίων παρέμεινε απομονωμένο, με την πολιτεία του να σκοτεινιάζει περισσότερο λόγω της πυκνής βλάστησης που εμπόδιζε το φως του ήλιου. Αυτή η άγρια και απόμακρη φύση ταίριαξε με τα παραφυσικά όντα που εμφανίζονταν στα τοπικά αφηγήματα, δημιουργώντας μια αρνητική ενέργεια που παρέμεινε αναλλοίωτη για δεκαετίες.
Το χωριό κάποτε γνώρισε άνθηση, κυρίως με τη λειτουργία του Κρατικού Εργοστασίου Επεξεργασίας Ξύλου, που ήταν ξακουστό για την εξαιρετική ποιότητα ξυλείας του. Κάποτε, η Μόρνα είναι γνωστή για την παραγωγή πρώτης ύλης που χρησιμοποιήθηκε ακόμα και στην κατασκευή της θαλαμηγού του βασιλιά Όθωνα.
Ωστόσο, το 1967, το εργοστάσιο έκλεισε, σημειώνοντας την αρχή της παρακμής. Οι νέοι άρχισαν να φεύγουν σε αναζήτηση καλύτερων ευκαιριών, ενώ οι υπόλοιποι κάτοικοι αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το χωριό. Έτσι, δημιούργησαν ένα νέο οικισμό, τα Φωτεινά, και άφησαν πίσω τους τις μνήμες και τους θρύλους της παλιάς Μόρνας.
Σήμερα
Σήμερα, όποιος προσπαθήσει να επισκεφθεί τη Μόρνα θα βρεθεί απέναντι σε ένα ερειπωμένο χωριό, γεμάτο σιωπή και αδειανά σπίτια. Οι ιστορίες για τα «γκουλαγκούδια», το «μαλλιαρό χέρι» και άλλες μυστικιστικές παρουσίες παραμένουν στις μνήμες όσων έχουν ακούσει για την αλλοτινή αίγλη και τη σκοτεινιά αυτού του τόπου.
Η Μόρνα μπορεί να έχει πλέον γίνει ένα εγκαταλελειμμένο χωριό, ωστόσο, οι θρύλοι της θα συνεχίσουν να ζουν, εμπνεύοντας και τρομάζοντας όσους ακούν για την «καταραμένη» γη της Πιερίας.