Τη στιγμή που οι αναλυτές προσπαθούν να προβλέψουν την πιθανότητα δημιουργίας ύφεσης στις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, τα πρόσφατα μακροοικονομικά δεδομένα υποδεικνύουν πως η ύφεση αυτή έχει ήδη αρχίσει να διαφαίνεται στο παγκόσμιο εμπόριο.
Η μεγαλύτερη εξαγωγέας του κόσμου, Κίνα, κατέγραψε τη μεγαλύτερη μείωση εξαγωγών προς το εξωτερικό από τον «πανδημικό» Φεβρουάριο του 2020, αυτή την εβδομάδα. Η τρίτη μεγαλύτερη εξαγωγέας Γερμανία, κατέγραψε τη μεγαλύτερη μείωση από τις αρχές του 2021.
Οι εξαγωγές από τη δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγέα ΗΠΑ κατέγραψαν αισθητή, ετήσια μείωση τον Ιούνιο. Παρ’ όλα αυτά, η αμερικανική οικονομία είναι αισιόδοξη λόγω της σημαντικής και σταθερής εγχώριας ζήτησης.
Δεν είναι η μόνη. Πολλές χώρες οι οποίες έχουν τέτοιες δυναμικές εγχώριες οικονομίες αντέχουν στις υφεσιακές πιέσεις. Η Ινδονησία, η οποία αποτελεί την μεγαλύτερη οικονομία της νοτιοανατολικής Ασίας κατέγραψε αύξηση της ανάπτυξης το περασμένο τρίμηνο παρά την μείωση του εμπορικού ισοζυγίου για την οποία υπεύθυνη ήταν η αντίστοιχη πτώση των τιμών των εξαγώγιμων ινδονησιακών εμπορευμάτων όπως το φοινικέλαιο, ο άνθρακας και ο σίδηρος. Η οικονομία της Ινδίας, παράλληλα, αναμένεται να έχει καταγράψει ανάπτυξη το περασμένο τρίμηνο, λόγω της αύξησης των επενδύσεων στην εγχώρια αγορά, σύμφωνα με το Bloomberg.
Για τους παρόχους υπηρεσιών σε τέτοιου είδους οικονομίες, οι φόβοι για μία «ανώμαλη προσγείωση» της οικονομίας είναι φαινομενικά υπερβολικοί. Ωσότου, όμως, ο παγκόσμιος βιομηχανικός τομέας ξεπεράσει το τρέχον πρόβλημα με τα αυξημένα αποθέματα, οι οικονομίες οι οποίες βασίζονται στις εξαγωγές θα «φρενάρουν» την ανάπτυξη του παγκόσμιου ΑΕΠ.
«Οι διαφορές των τομέων και των περιοχών είναι, πια, φανερές στην παγκόσμια οικονομία», ανέφεραν οι αναλυτές Τζόζεφ Λάπτον και Μπρους Κάζμαν της JPMorgan, προσθέτοντας πως «το φαινόμενο είναι ιδιαίτερα αισθητό στην Ευρώπη και την Κίνα».
H μείωση των εξαγωγών της κινεζικής αγοράς την έχει αφήσει ιδιαίτερα ευάλωτη, με την καταναλωτική εμπιστοσύνη να βρίσκεται ιδιαίτερα χαμηλά, ενώ η κρίση στην κινεζική αγορά ακινήτων έχει περιορίσει οποιαδήποτε ελπίδα ανάκαμψης από τα πανδημικά χαμηλά.
Παράλληλα, στη βιομηχανική «καρδιά» της Ευρώπης, η Γερμανία έχει καταγράψει μείωση της βιομηχανικής της παραγωγής σε χαμηλό εξαμήνου, κάνοντας την ανάκαμψή της από την πρόσφατη ύφεση ακόμα δυσκολότερη.
«Ο κίνδυνος έγκειται στο ότι η αδυναμία των ευρωπαϊκών και των κινεζικών οικονομιών θα μπορούσε να επεκταθεί και στον υπόλοιπο κόσμο», σημείωσαν οι Λάπτον και Κάζμαν, προσθέτοντας πως «αναμένουμε επανεκκίνηση του κύκλου παραγωγής αγαθών».
Προς το παρόν, όμως, υπάρχει σωρεία αρνητικών στοιχείων. Οι εξαγωγές προϊόντων της Ινδίας κατέγραψαν μείωση της τάξης του 22% σε σχέση με τον περασμένο Ιούνιο, ενώ οι εξαγωγές της Ταϊβάν έχουν καταγράψει 11 συνεχόμενους μήνες μείωσης. Παρόμοια είναι η κατάσταση και στο Βιετνάμ, το οποίο έχει καταγράψει τη μεγαλύτερη μείωση εξαγωγών εδώ και 14 χρόνια. Το εμπορικό ισοζύγιο του Καναδά έχει «κοκκινίσει» για δεύτερο συνεχόμενο μήνα λόγω των μειωμένων εξαγωγών.
Πασιφανής σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα είναι και η προσπάθεια των χωρών της Δύσης να απαγκιστρωθούν από τις αγορές της Κίνας και της Ρωσίας.
Το Μεξικό έγινε και πάλι ο νούμερο 1 εξαγωγέας αγαθών προς τις ΗΠΑ, φέρνοντας την Κίνα στην 3η θέση μετά από τον 2ο Καναδά. Τα δεδομένα υποδεικνύουν πως οι κινεζικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ κατέγραψαν μείωση της τάξης του 23,1% τον Ιούλιο, με τις εξαγωγές προς την Ιαπωνία, την Νότια Κορέα, την Ταϊβάν, την Ε.Ε. και την Αυστραλία να έχουν καταγράψει διψήφια μείωση. Σε αντίθεση οι εξαγωγές προς τη Ρωσία αυξήθηκαν κατά 73%.
Σύμφωνα με τον εμπορικό δείκτη Kiel Trade Indicator, το ποσοστό των κινεζικών εξαγωγών προς τη Γερμανία μειώθηκε στο 6% το α’ εξάμηνο του έτους από το 8% το 2020.
Μία από τις μεγαλύτερες ναυτιλιακές του κόσμου, η A.P. Moller-Maersk A/S ανακοίνωσε πρόσφατα πως το παγκόσμιο εμπόριο ενδέχεται να καταγράψει συρρίκνωση μέχρι και 4% φέτος, πολύ χειρότερη από τις αρχικές εκτιμήσεις του 2,5%.
«Υπάρχουν πολλοί παράγοντες αυτή τη στιγμή. Από τις αυξήσεις των επιτοκίων μέχρι τον κίνδυνο δημιουργίας ύφεσης και την αβεβαιότητα όσο αφορά την αναπτυξιακή προοπτική και την καταναλωτική ζήτηση της Κίνας», ανέφερε ο CEO της Maersk, Βίνσεντ Κλερκ, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Bloomberg.
Όσο για την αναλυτή της HSBC Holdings Plc., Μετρέγι Ντας, τόνισε πως «τα υψηλότερα επιτόκια και ο αυξημένος πληθωρισμός έχουν επηρεάσει το πραγματικό εισόδημα ιδιαίτερα των καταναλωτών σε ανεπτυγμένες αγορές, περιορίζοντας τη ζήτηση».
Τέλος, η ομάδα αναλυτών του Oxford Economics προειδοποίησε πως η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας «θα αποδειχθεί περιορισμένη τα επόμενα τρίμηνα, ενώ θα αποκτήσει αρνητικό πρόσημο στα τέλη του τρέχοντος έτους ή τις αρχές του επόμενου».
Υπάρχουν, όμως, ορισμένα στοιχεία αισιοδοξίας, δη στην Ταϊβάν, η οποία έχει καταγράψει επιβράδυνση της μείωσης των εξαγωγών μικροτσίπ.
newmoney.gr