Στην εποχή της, η Baiae αποτελούσε έναν τόπο παραθαλάσσιας –και μάλιστα άσεμνης– απόδρασης για την ελίτ της Ρώμης.
Τις βίλες του Ιούλιου Καίσαρα και των αυτοκρατόρων Αυγούστου, Νέρωνα και Καλιγούλα τις χαρακτήρισε τον 1ο αιώνα π.Χ. ο ποιητής Σέξτος Προπέρτιος ως «δίνη πολυτέλειας» και «λιμάνι κακίας». Η Baiae υπήρξε ακμάζον θέρετρο κοντά στο σημαντικό εμπορικό λιμάνι Portus Julius και στη βάση του στρατιωτικού στόλου Capo Miseno, αλλά εξαιτίας της ηφαιστειακής δράσης της περιοχής αυτοκρατορικά λουτρά, πολύτιμα ψηφιδωτά, αγάλματα και μαρμάρινα δάπεδα βρέθηκαν κάτω από το νερό. Για την προστασία όλων αυτών, το 2002 δημιουργήθηκε το Αρχαιολογικό Θαλάσσιο Πάρκο της Baiae, με απαράμιλλη ιστορική και πολιτιστική αξία.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1950, οι θαλάσσιοι αρχαιολόγοι αναζητούν στην ακτογραμμή που κατεβαίνει από τις πλαγιές του Campi Flegrei θησαυρούς του πλούσιου παρελθόντος του. Δύτες έχουν αποκαλύψει δωμάτια με μαρμάρινα αγάλματα, γιγάντιες στήλες, αρχαία λουτρά και περίτεχνα σιντριβάνια, πολλά από τα οποία έχουν μεταφερθεί σε ένα μουσείο δίπλα στο Υποβρύχιο Αρχαιολογικό Πάρκο Baiae.
Οι αρχαιολόγοι έχουν αποκαλύψει και το περίπλοκο μαρμάρινο δάπεδο μιας ρωμαϊκής βίλας. Σε αντίθεση με το μωσαϊκό δάπεδο, όπως αυτό που αποκαλύφθηκε πέρυσι, η ομάδα δυτών από το CSR Restauro Beni Culturali και το Naumacos Underwater Archaeology and Technology εντόπισε ένα σπανιότερο και πιο ακριβό ψηφιδωτό, ένα opus sectile.
Ενώ στα μωσαϊκά χρησιμοποιούνται μικρά πέτρινα τετράγωνα, γνωστά ως ψηφίδες, για να δημιουργήσουν ένα σχέδιο, στο opus sectile οι πέτρες κόβονται σε ακριβή σχήματα και στη συνέχεια σχηματίζουν περίπλοκα σχέδια. Η τεχνική ενθάρρυνε τη χρήση ακριβών πολύχρωμων λίθων, όπως το μάρμαρο, και έγινε όλο και πιο δημοφιλής από τον 1ο αιώνα μ.Χ και μετά. Αξιοσημείωτα παραδείγματα περιλαμβάνουν τη βασιλική του Junius Bassus στη Ρώμη και το δάπεδο της βίλας του Αδριανού.
Ως εκ τούτου, το opus sectile ήταν πολύ πιο ακριβό από το κανονικό μωσαϊκό, αν και στην Baiae οι αρχαιολόγοι παρατήρησαν ότι ο ιδιοκτήτης είχε χρησιμοποιήσει ανακυκλωμένα υλικά. «Στο μεγαλύτερο υποθαλάσσιο αρχαιολογικό πάρκο στον κόσμο, αυτό είναι το opus sectile της αίθουσας υποδοχής μιας βίλας που χτίστηκε προς το τέλος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας», έγραψε ο δήμαρχος του Bacoli.
Η τοποθεσία ανακαλύφθηκε ξανά από τον Raimondo Baucher, έναν Ιταλό πιλότο της πολεμικής αεροπορίας και πρωτοπόρο στις καταδύσεις, ο οποίος εντόπισε τοίχους, κολόνες και δρόμους μια μέρα που πετούσε χαμηλά πάνω από τη θάλασσα. Οι φωτογραφίες του Baucher προκάλεσαν μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά το 1959 ο εξοπλισμός καταδύσεων και η τεχνολογία της θαλάσσιας αρχαιολογίας δεν επαρκούσαν για να ξεκινήσουν ανασκαφές.
Η Baiae χάθηκε στη θάλασσα μεταξύ του 3ου και του 5ου αιώνα μ.Χ., καθώς υπόγειοι θάλαμοι μάγματος προκάλεσαν την πτώση του περιβάλλοντος εδάφους, μια διαδικασία γνωστή ως βραδυσεισμική δραστηριότητα.
Σήμερα, το υποβρύχιο αρχαιολογικό πάρκο είναι ένα σημαντικό αξιοθέατο, στο οποίο οι επισκέπτες μπορούν να βουτήξουν, να κολυμπήσουν με εξοπλισμό δύτη ή να ακολουθήσουν προκαθορισμένες διαδρομές μέσα σε βάρκα και να δουν τη βυθισμένη ρωμαϊκή πόλη.