Στον απόηχο της ενεργειακής κρίσης, κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο δίνουν δισεκατομμύρια ευρώ σε επιδοτήσεις για ορυκτά καύσιμα, μια πρακτική που ναι μεν προστατεύει τους πολίτες από τις αυξανόμενες τιμές, έχει όμως και σημαντικές επιπτώσεις: επιβάρυνση των προϋπολογισμών και επιδείνωση της κλιματικής αλλαγής.
Στην περυσινή σύνοδο του ΟΗΕ για το κλίμα, COP28, η διεθνής κοινότητα συμφώνησε για πρώτη φορά τη «μετάβαση» από τα ορυκτά καύσιμα στην πράσινη ενέργεια, μια μάλλον αόριστη δέσμευση χωρίς ποσοτικούς στόχους.
Στην πράξη, η κατανάλωση υδρογονανθράκων συνεχίζει να ανεβαίνει και μαζί της οι παγκόσμιες εκπομπές άνθρακα, οι οποίες αυξήθηκαν πέρυσι κατά 1% σε ένα ιστορικό υψηλό.
Κι αυτό την ώρα που οι επιστήμονες του ΟΗΕ ζητούν μείωση 45% στη χρήση ορυκτών καυσίμων στα τέλη αυτής της δεκαετίας, προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα της κλιματικής αλλαγής.
Χώρες που επιχείρησαν να καταργήσουν τις επιδοτήσεις, όπως η Νιγηρία και η Αγκόλα, αντιμέτωπες με μαζικές διαδηλώσεις
Στη φετινή σύνοδο για το κλίμα που πραγματοποιείται στο Μπακού, την COP29, βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις για την αποδοτικότητα των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα και τα οικονομικά παράδοξά τους.
Το πρακτορείο Reuters συγκέντρωσε τα βασικά γ’ αυτό το μείζον πρόβλημα.
Πόσα ξοδεύουν οι κυβερνήσεις σε ορυκτά καύσιμα;
Σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας (IEA), οι επιδοτήσεις κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων έφταναν το 2023 τα 620 δισεκατομμύρια δολάρια.
Είναι μια σαφής μείωση σε σχέση με το ιστορικό υψηλό που ξεπέρασε τα 1,3 τρισεκατομμύρια το 2022, όταν η εκτίναξη τιμών που έφερε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανίας ανέβασε για πρώτη φορά το νούμερο στο επίπεδο των τρισεκατομμυρίων.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της IEA, οι επιδοτήσεις χωρίζονται σε τρία περίπου ίσα μέρη, την ηλεκτροπαραγωγή, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, με το ορυκτό κάρβουνο να λαμβάνει ένα πολύ μικρό μερίδιο.
Άλλοι οργανισμοί υπολογίζουν πάντως ότι το ύψος των επιδοτήσεων είναι υψηλότερο από ό,τι εκτιμά η ΙΕΑ.
Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι άμεσες επιδοτήσεις –τα χρήματα που πληρώνουν οι κυβερνήσεις για να μειώσουν την επιβάρυνση των καταναλωτών από το κόστος προμήθειας- έφτανε τα 1,26 τρισ. δολάρια το 2022, το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχει διαθέσιμη εκτίμηση.
Όμως το ποσό αυτό αντιστοιχεί μόνο στο ένα πέμπτο του αν ληφθούν υπόψη τα περιβαλλοντικά κόστη και τα διαφυγόντα φορολογικά έσοδα.
Το νούμερο για το 2022 ανεβαίνει έτσι στα 7 τρισ. δολάρια, ή 7,1% του παγκόσμιου ακαθάριστου προϊόντος, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Γιατί επιδοτήσεις;
Κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο επιδοτούν τα ορυκτά καύσιμα για να συγκρατήσουν τις τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές.
Πρώτοι σε δαπάνες, σύμφωνα με την ΙΕΑ, είναι η Ρωσία, το Ιράν, η Κίνα και η Σαουδική Αραβία, χώρες που σε γενικές γραμμές μπορούν να καλύψουν το κόστος.
Επιδοτήσεις δίνουν όμως και φτωχότερες, αναδυόμενες οικονομίες, όπου το κόστος της ενέργειας έχει μεγαλύτερη επίδραση στον πληθωρισμό και οι επιπτώσεις των αυξήσεων τιμών είναι εντονότερες.
Κυβερνήσεις που επιβαρύνονται από το εθνικό χρέος –ακόμα και χώρες που παράγουν πετρέλαιο- και προσπαθούν να καταργήσουν τις επιδοτήσεις έρχονται αντιμέτωπες με οργισμένους πληθυσμούς που έχουν γονατίσει από την κρίση του κόστους ζωής.
Χώρες που επιχείρησαν να καταργήσουν τις επιδοτήσεις, όπως η Νιγηρία και η Αγκόλα, ήρθαν τα τελευταία χρόνια αντιμέτωπες με μαζικές διαδηλώσεις, συνήθως ως αντίδραση στην αύξηση τιμών στα καύσιμα.
Ποιο το όφελος αν καταργηθούν;
Σύμφωνα με την IEA και το ΔΝΤ, η κατάργηση των αναποτελεσματικών επιδοτήσεων θα ωφελούσε τις αγορές ενέργειας, τους κρατικούς προϋπολογισμούς και τις προσπάθειες αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγήες.
Ο Συνασπισμός Υπουργών Οικονομικών για Κλιματική Δράση, στην οποία συμμετέχουν μλελη από 90 και πλέον χώρες- επισήμανε ότι η σωστή τιμολόγηση των προϊόντων ορυκτών καυσίμων έχει κρίσιμη σημασία προκειμένου να επιτευχθούν οι εθνικοί στόχοι για μείωση εκπομπών άνθρακα, καθώς και ο διεθνής στόχος για αύξηση της θερμοκρασίας το πολύ κατά 1,5-2,0 βαθμούς έως το τέλος του αιώνα.
Τι έχει γίνει μέχρι σήμερα
Το 2009, η G20, η ομάδα των 20 μεγαλύτερων οικονομιών, ζήτησε κατάργηση των ορυκτών καυσίμων σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, μια έκκληση που επανέλαβε το 2012.
Στις συνόδους του ΟΗΕ για το κλίμα το 2021 και το 2022, η διεθνής κοινότητα συμφώνησε να επιταχύνει τις προσπάθειες για σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων.
Έκτοτε έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος, όχι όμως αυτή που πολλοί περίμεναν.
Αναλυτές υπενθυμίζουν ωστόσο και παραδείγματα επιτυχίας, όπως η ευρωπαϊκή αγορά δικαιωμάτων εκπομπής άνθρακα, η οποία αναγκάζει τις ρυπογόνες βιομηχανίες να πληρώνουν για τους ρύπους της.
Ορισμένες χώρες όπως η Ινδία και το Μαρόκο έχουν σχεδόν μηδενίσει τις επιδοτήσεις.