Εάν κανείς παρατηρήσει τον δυτικό Τύπο, θα διαπιστώσει ότι έχουν πυκνώσει τα δημοσιεύματα, οι αναλύσεις και οι εκτιμήσεις ότι η Κίνα έχει φτάσει σε ένα ιδιότυπο «τέλος του δρόμου» ως προς τη δυναμική της οικονομικής της ανάπτυξης.
Τα «αρνητικά» σημάδια περιλαμβάνουν μια σειρά από στοιχεία της συγκυρίας: την αποτυχία της πολιτικής zero-covid που έφερε την κινεζική οικονομία στα πρόθυρα της ύφεσης. Την εγκατάλειψη της πολιτικής zero-covid που θα οδηγήσει σε εκτίναξη των κρουσμάτων και σε κατάρρευση του κινεζικού συστήματος υγείας. Τη γήρανση του πληθυσμού σε συνδυασμό με την για πρώτη φορά μείωση του πληθυσμού. Τη χαμηλή άνοδο της παραγωγικότητας που έχει έναν ορίζοντα παραγωγικής στασιμότητας. Τη φούσκα στεγαστικού χρέους που απειλεί να παρασύρει προς τα κάτω το σύνολο της κινεζικής οικονομίας. Τις διαρκείς αμφισβητήσεις και την κρίση νομιμοποίησης του ηγετικού ρόλου του Σι Τζινπίνγκ.
Είναι, όμως, αυτή η πραγματική εικόνα της κινεζικής οικονομίας; Όπως συμβαίνει συχνά με την κάλυψη των διεθνών εξελίξεων σε εποχές μεγάλων γεωπολιτικών διαιρέσεων και αντιπαραθέσεων, οι εκτιμήσεις αυτές αποτυπώνουν μια ορισμένη φόρτιση που ως ένα βαθμό είναι και προσδοκία.
Με αυτό δεν θέλουμε να υποστηρίξουμε ότι αυτά τα στοιχεία δεν στέκουν. Αλλά ότι κανείς πρέπει να δει τη διασύνδεσή του με άλλα δεδομένα και τελικά τη συνολική δυναμική που διαμορφώνεται για να μπορεί να έχει την πλήρη εικόνα.
Η κατάσταση της Κίνας σε σχέση με την πανδημία
Παρότι εξακολουθεί να υπάρχει το πρόβλημα με τα πλήρη στοιχεία για την πραγματική κατάσταση για την πανδημία, αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει η εικόνα ότι η Κίνα βρίσκεται σε μια συνθήκη υγειονομικής κατάρρευσης παρά την άρση των περιοριστικών μέτρων. Προφανώς και είχε ένα μεγάλο επιδημικό κύμα και αναμένει και περισσότερα κρούσματα μετά το τέλος της εν εξελίξει σημαντικής περιόδου διακοπών και ταξιδιών γύρω από την σεληνιακή πρωτοχρονιά, αλλά δεν φαίνεται να «καταρρέει».
Σημασία έχει επίσης ότι η Κίνα είχε φτάσε σε ένα όριο με την πολιτική zero-covid που μπορεί να φάνηκε αποτελεσματική σε προηγούμενες φάσεις της πανδημίας, όταν η Κίνα κατάφερε να έχει ακόμη και αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης σε αντίθεση π.χ. με τις ΗΠΑ, πλέον είχε αρχίσει να αποτελεί παράγοντα σημαντικής κοινωνικής δυσαρέσκειας. Σε αυτό το φόντο η άρση των μέτρων δείχνει να έχει βελτιώσει το κοινωνικό κλίμα και προφανώς τροφοδοτεί και την οικονομική ανάπτυξη.
Ούτως ή άλλως, η στροφή και προς την ιδιωτική κατανάλωση εντός Κίνα είναι μια κομβική επιλογή της τρέχουσας κινεζικής ηγεσίας. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή τη στιγμή έχει ήδη αρχίσει ένας κύκλος αναθεωρήσεων προς τα πάνω των προοπτικών ανάπτυξης της Κίνας. Κατά συνέπεια μπορεί το 2022, όπου κυριάρχησε η πολιτική zero-covid, που συχνά ότι αρκετά συχνά «έκλειναν» ολόκληρες περιοχές και οι αντίστοιχες παραγωγικές μονάδες, η ανάπτυξη να έφτασε μόλις το 3%, πολύ κάτω από τις αρχικές προβλέψεις, όμως οι προοπτικές για φέτος είναι καλύτερες. Μάλιστα, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και οι χαμηλές προβλέψεις των διεθνών οργανισμών για ανάπτυξη στην Κίνα το 2023 λίγο πάνω από το 4% δεν παύουν να σημαίνουν πολύ μεγαλύτερη ανάπτυξη από τις χώρες του G7 οι περισσότερες αναμένεται να μείνουν στάσιμες ή ακόμη και να περάσουν σε ύφεση. Την ίδια στιγμή ήδη έχουν διατυπωθεί οι πρώτες εκτιμήσεις που θέλουν την κινεζική ανάπτυξη το 2023 να ξεπερνά το 5%.
Το ερώτημα της μείωσης του πληθυσμού
Μεγάλη συζήτηση έγινε για την ανακοίνωση ότι για πρώτη φορά μειώθηκε ο πληθυσμός της Κίνας. Αυτό είχε να κάνει κυρίως με την εντυπωσιακή μείωση των γεννήσεων το 2022 (6,77 γεννήσεις ανά 1000 άτομα, ενώ το 2019 ήταν 10.41), όμως δεν είναι δεδομένο ότι θα συνεχιστεί. Προφανώς η Κίνα, ως αποτέλεσμα και της πολιτικής του ενός παιδιού που υπήρχε για αρκετά χρόνια, αντιμετωπίζει δημογραφικές δυναμικές «αναπτυγμένης» χώρας και στον «αναπτυγμένο κόσμο» ιστορικά καταγράφεται μείωση των γεννήσεων. Όμως, αυτό δεν σημαίνει άμεσα μια μείωση της οικονομικής δυναμικής. Και αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με τους απόλυτους αριθμούς αλλά και τον βαθμό αστικοποίησης του πληθυσμού. Για παράδειγμα η Ινδία στο επόμενο διάστημα θα ξεπεράσει την Κίνα σε απόλυτο αριθμό πληθυσμού, όμως έχει έναν πληθυσμό σε σημαντικό βαθμό αγροτικό, σε αντίθεση με τον ιδιαίτερα αστικοποιημένο πληθυσμό της Κίνας. Αυτό σημαίνει ότι σε πρώτη φάση η Κίνα δεν κινδυνεύει από υποχώρηση παραγωγικότητας εξαιτίας αρνητικών δημογραφικών τάσεων.
Πάντως τα στοιχεία δείχνουν ότι η Κίνα εξακολουθεί να έχει μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας από τις ΗΠΑ. Εμφανίζει τάσεις επιβράδυνσης των ρυθμών, στοιχείο που καταγράφεται παγκοσμίως, αλλά σε απόλυτους αριθμούς παραμένει πολύ πιο ψηλά από τις ΗΠΑ ως προς τους ρυθμούς αύξησης.
Επιπλέον η Κίνα έχει μπροστά ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα εγκατάστασης ρομπότ στη βιομηχανία, που αναμένεται να έχει μια σημαντική συμβολή στην παραγωγικότητα, σε μια χώρα που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έχει ισχυρό μεταποιητικό τομέα και σχετικά μικρότερη βαρύτητα των υπηρεσιών, όπου οι ρυθμοί αύξησης της παραγωγικότητας είναι μικρότεροι.
Η σχέση επένδυσης και κατανάλωσης
Την ίδια στιγμή η Κίνα έχει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα και ως το πώς είναι διαμορφωμένη η σχέση επένδυσης και κατανάλωσης. Και αυτό γιατί παραμένει μια χώρα υψηλής επένδυσης, ακόμη και όταν προφανώς μπορεί να στηρίζεται στο βάθος της κινεζικής αγοράς και τη δυνατότητα να αυξηθεί η κατανάλωση. Μάλιστα, υπάρχει μια θετική σχέση ανάμεσα σε επένδυση και κατανάλωση. Αυτό αποτυπώνεται και στο ότι την τελευταία από το 2000 και μετά η Κίνα πέραν από την πολύ μεγάλη επένδυση έχει και πολύ υψηλότερους ρυθμούς αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης σε σχέση με άλλες αναπτυγμένες οικονομίες, την ώρα που ακριβώς ο χώρος της κοινωνικής κατανάλωσης, στον οποίο είχε υστέρηση, μπορεί και αυτός να συμβάλει στην αύξηση της συνολικής κατανάλωσης. Κάτι που αναμένεται να ενταθεί καθώς ολοένα και περισσότερο ο στόχος της «κοινής ευημερίας» σημαίνει και ανάγκη για περισσότερες δαπάνες και παροχές «κοινωνικού κράτους».
Τα πολιτικά ερωτήματα
Προφανώς και η Κίνα έχει ενεργές αντιφάσεις στην οικονομία της που όμως δεν είναι αυτές που συνήθως εντοπίζονται στη σχετική συζήτηση.
Το βασικότερο πρόβλημα είναι ακριβώς ο κίνδυνος να αποκτήσει διάφορες «φούσκες». Αυτό εν μέρει έχει ήδη φανεί στο στεγαστικό τομέα, όπου έχει σκάσει ουσιαστικά μια «φούσκα ακινήτων». Αντίστοιχα, υπάρχει πάντα το ερώτημα για τους κινδύνους από την υπερδιόγκωση των μεγάλων τεχνολογικών επιχειρήσεων, ιδίως όταν θέλουν να επεκταθούν και στον χρηματοικονομικό τομέα. Ερωτήματα που αποκτούν μια επιπλέον σημασία ιδίως τώρα που φαίνεται ότι η κινεζική ηγεσία επιδιώκει να δώσει ξανά περιθώριο στην «ιδιωτική πρωτοβουλία».
Και βέβαια υπάρχει το ερώτημα εάν και σε ποιο βαθμό το Κομμουνιστικό Κόμμα μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί ως «ηγεμονική» δύναμη μέσα στην κινεζική κοινωνία. Κινήσεις όπως η «αλλαγή γραμμής» για την πανδημία δείχνουν ότι ακόμη μπορεί να είναι αρκούντως ευέλικτο και να ανταποκρίνεται στην πίεση «από κάτω».