Το μεγαλύτερο ετήσιο αθλητικό γεγονός στην Τζαμάικα, είναι το Πρωτάθλημα Στίβου Γυμνασίων και Λυκείων: Μία διοργάνωση που την παρακολουθούν πάνω από 30.000 θεατές κάθε χρόνο, και αποτελεί την κορυφαία στιγμή πολλών μικρότερων διοργανώσεων στίβου, όπου συμμετέχουν αθλητές, από κάθε γωνιά της χώρας, ακόμα και από τις πιο αγροτικές ζώνες.
Σε αυτό το μικρό νησί της Καραϊβικής υπάρχει πολύ μεγάλη αγάπη για τον αθλητισμό. Είναι ένα… μικρόβιο που μεταδόθηκε στους ντόπιους από τους Βρετανούς αποικιοκράτες και δεν αφορά μόνο το στίβο, αλλά και αγωνίσματα όπως το κρίκετ, το τένις ή ακόμα και το ποδόσφαιρο. Παραδοσιακά, οι μεγάλοι Τζαμαϊκανοί πρωταθλητές, τιμώνται ως εθνικοί ήρωες. Οι ίδιοι ήρωες «επιστρατεύονται», για να διδάξουν τον αθλητισμό στα σχολεία και τα πανεπιστήμια.
Ο αθλητισμός στην Τζαμάικα αναπτύχθηκε για διάφορους λόγους. Αρχικά, βοήθησε η γειτνίαση με τις ΗΠΑ, που διευκόλυνε τους πιο ταλαντούχους αθλητές, να λάβουν υποτροφίες από τα σπουδαία αμερικάνικα πανεπιστήμια, προκειμένου να αξιοποιήσουν τις υποδομές και τις μεθόδους των Αμερικάνων και να γίνουν κορυφαίοι στον Κόσμο.
Οι Τζαμαϊκανοί όμως, δεν αρκέστηκαν σε αυτό. Από το 1990 και μετά, έφτιαξαν ένα δικό τους σύστημα προετοιμασίας αθλητών υψηλού επιπέδου. Ξεκίνησαν από το σχολικό αθλητισμό, σε όλες τις βαθμίδες.
Συνδύασαν τη φυσική αγωγή, με την αθλητική παιδεία, την υγιεινή και τη σωστή διατροφή. Έφτιαξαν υποδομές προετοιμασίας πρωταθλητών στην ίδια τη χώρα τους, έτσι ώστε να μην είναι αναγκαία η μετανάστευση στις ΗΠΑ.
Κάπως έτσι, μία χώρα 2,8 εκατομμυρίων κατοίκων, πρωταγωνιστεί τις τελευταίες δεκαετίες στο στίβο. Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Βουδαπέστης, η Τζαμάικα κατατάχθηκε δεύτερη (πίσω από τις ΗΠΑ), τόσο με κριτήριο τα μετάλλια, όσο και σε ό,τι αφορά την κατάταξη των αθλητών της στους τελικούς των αγωνισμάτων. Γιατί, το επίπεδο του αθλητισμού σε μία χώρα, δε φαίνεται μόνο από τον αριθμό των μεταλλίων, αλλά και τις συμμετοχές στους τελικούς και τους ημιτελικούς.
Το νορβηγικό μοντέλο
Μία άλλη χώρα, η Νορβηγία, που επίσης, διακρίθηκε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, έχει το μισό πληθυσμό από την Ελλάδα. Το γεγονός ότι απαριθμεί 5,4 εκ κατοίκους δεν την εμποδίζει να διακρίνεται σε όλες τις μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις, κυρίως στα χειμερινά σπορ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στους χειμερινούς Αγώνες του 2018 και του 2022 οι Σκανδιναβοί κατέκτησαν τα περισσότερα ολυμπιακά μετάλλια, ξεπερνώντας κράτη με πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό, όπως οι ΗΠΑ, η Γερμανία και ο Καναδάς.
Οι Νορβηγοί τα τελευταία χρόνια εμφανίζουν σημαντική πρόοδο και στο στίβο. Όχι τυχαία… Μετά τους Χειμερινούς αγώνες του Λιλερχάμερ, το 1994, οι Νορβηγοί έκριναν ότι δεν τους αρκεί να κερδίζουν απλά πολλά Ολυμπιακά μετάλλια. Χρειάζονται κάτι πιο βαθύ.
Το αθλητικό σύστημα που δημιούργησαν, θεωρείται, θεωρείται το καλύτερο στον κόσμο. Βασίζεται στην αρχή ότι ο αθλητισμός είναι δικαίωμα. Η «Διακήρυξη του δικαιώματος του παιδιού στην άθληση» είναι ένα κείμενο που δεσμεύει όλους ανεξαιρέτως τους αθλητικούς οργανισμούς της χώρας, συμπεριλαμβανομένης και της Εθνικής Ολυμπιακής Επιτροπής της Νορβηγίας.
Έχοντας αυτή την αφετηρία, έφτασαν το 2019, το 93% των παιδιών, των εφήβων και των νέων να κάνει οργανωμένα κάποιο άθλημα. Προσοχή: Τα παιδιά αυτά, δεν ασκούν απλώς κάποιο σπορ, αλλά γίνονται μέτοχοι ενός οργανωμένου αθλητικού συστήματος, που πρώτ’ απ’ όλα, τους μεταδίδει τις αξίες του αθλητισμού.
Παράλληλα, στο Όσλο δημιουργήθηκε ένα ειδικό κέντρο ανάπτυξης αθλητών ανώτατου επιπέδου, το «Olympiatoppen». Με αυτό συνεργάζονται άνθρωποι που απασχολούνται σε διάφορα Πανεπιστήμια και Κολέγια, με εξειδίκευση στον αθλητισμό. Το «Olympiatoppen» έχει παραρτήματα σε οκτώ νορβηγικές πόλεις, ενώ σε όλη τη χώρα έχει δημιουργηθεί ένα δίκτυο με εθελοντές προπονητές, οι οποίοι εφαρμόζουν ένα ενιαίο προπονητικό σύστημα.
Περαιτέρω, φαίνεται ότι εκείνο που διδάσκεται στους συμμετέχοντες στο πρόγραμμα δεν είναι πώς θα γίνουν μόνο μεγάλοι αθλητές αλλά κυρίως σωστοί πολίτες. Ο Τορε Όβρεμπρο, μέλος της Ολυμπιακής Επιτροπής της Νορβηγίας, σε συνέντευξή του στην Καναδική εφημερίδα «TheGlobeandMail», δήλωσε: «δε θέλουμε να εκπαιδεύσουμε μόνο αθλητές, αλλά κυρίως πολίτες. Βασικός σκοπός είναι να δώσουμε την ευκαιρία στους νέους να ασχολούνται με τον αθλητισμό και όχι κατ’ ανάγκη να γίνουν πρωταθλητές».
Κάπως έτσι, γεννιούνται αθλητές με αξίες και με συνείδηση ότι είναι ενταγμένοι σε ένα συγκεκριμένο σύστημα. Κάποιοι από αυτούς εξελίσσονται και γίνονται αθλητές παγκόσμιου επιπέδου. Ταυτόχρονα, αισθάνονται την υποχρέωση να βοηθήσουν και οι ίδιοι το σύστημα να πάει παραπέρα. Γι’ αυτό, μετά τους αγώνες, είναι υποχρεωμένοι να μεταδώσουν την εμπειρία και τα συμπεράσματα που βγάζουν στους αγώνες.
«Αθέμιτος ανταγωνισμός»
Και οι δικοί μας αθλητές; Μετά την αποτυχία να προκριθεί στον τελικό του άλματος επί κοντώ, η Ελίνα Πόλακ δήλωσε στο δημοσιογράφο της ΕΡΤ: «Δύσκολο πράγμα ο αθλητισμός». Πράγματι, είναι δύσκολος και επίπονος. Απαιτείται πολύχρονη προσπάθεια που καταλήγει σε μία στιγμή, που μπορεί να οδηγήσει στην επιτυχία ή την αποτυχία. Όμως, στις μέρες μας τουλάχιστον, ο αγώνας αυτός δεν μπορεί να είναι μοναχικός.
Οι Έλληνες αθλητές ανταγωνίζονται συναδέλφους τους – συναθλητές, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι παράγωγα οργανωμένων θεσμών και συστημάτων. Ο Τεντόγλου, για παράδειγμα, στον τελικό του μήκους ανταγωνίστηκε τρεις τζαμαϊκανούς αθλητές, οι οποίοι κατατάχθηκαν στη δεύτερη, τρίτη και τέταρτη θέση. Ο Έλληνας Παγκόσμιος Πρωταθλητής δε νίκησε απλώς τρεις συναθλητές του. Νίκησε ένα ολόκληρο οργανωμένο εδώ και δεκαετίες σύστημα. Γι’ αυτό και η νίκη του έχει ακόμα μεγαλύτερη αξία. Όμως, μη γελιόμαστε…
Η νίκη του Τεντόγλου είναι εντελώς προσωπική. Το μόνο εθνικό που έχει είναι το εθνόσημο στη φανέλα του και η λέξη HELLAS. Το ίδιο ισχύει και για την Ντρισμπιώτη. Και αυτό είναι μεγάλο κρίμα… Κρίμα, για τους αθλητές που πήγαν στη Βουδαπέστη, πάλεψαν και δεν τα κατάφεραν. Άξιζαν και αυτοί ένα «μπράβο» και ένα «συγχαρητήρια».
Όπως είναι κρίμα για τα χιλιάδες παιδιά που αγαπάνε το στίβο, να προσπαθούν, υπό αντίξοες συνθήκες, ύστερα από συνεχή πάλη και τρέξιμο (αυτών και των οικογενειών τ ους), να φτάσουν στο επίπεδο της συμμετοχής μίας μεγάλης διοργάνωσης. Σε μία χώρα που δεν τους παρέχει ούτε τα μέσα, ούτε τις υποδομές, ούτε τη μία στοιχειώδη οργάνωση που να τους επιτρέπει να προπονούνται και να σπουδάζουν ταυτόχρονα.
Οι Νορβηγοί αθλητές, μόλις τερματίσουν, οφείλουν να κοινοποιήσουν την εμπειρία του αγώνα τους στους νεότερους. Οι Τζαμαϊκανοί γυρίζοντας από τη Βουδαπέστη θα πάνε να διδάξουν στα σχολεία και στα πανεπιστήμια της Τζαμάικα. Με αυτό τον τρόπο θα μεταλαμπαδεύσουν την εμπειρία τους και θα δώσουν κίνητρο να βγουν άλλοι, ακόμα καλύτεροι αθλητές.
Στην Ελλάδα, η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη θα επιστρέψει στο μεζεδοπωλείο της οικογένειας, για να εξασφαλίσει τους πόρους να συμμετάσχει στην επόμενη μεγάλη διοργάνωση. Θα εξασφαλίσει, με αυτόν τον τρόπο τα 20 χιλιόμετρα βάδην της επόμενης διοργάνωσης. Και μπορεί το βάδην αυτό, να την οδηγήσει σε μία ακόμα μεγάλη επιτυχία, αλλά κατά πάσα πιθανότητα δεν οδηγεί πουθενά τον ελληνικό αθλητισμό.
Το δε άλμα του Τεντόγλου, όσο μεγαλειώδες και αν είναι, θα παραμένει ένα άλμα προς το παράλογο, γιατί θα τον οδηγεί σε νίκες επί συναθλητών του που προετοιμάζονται υπό συνθήκες πολύ καλύτερες από τις συνθήκες που αντιμετώπισε εκείνος, μέχρι να φτάσει στην κορυφή.
(Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Διεθνές Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ / Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών – CIES –FIFA)