Μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη παραχώρησε η Πέννυ Μπαλτατζή, η οποία μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στη μητέρα της και τη ψυχική ασθένεια που αντιμετώπιζε.
Συγκεκριμένα, μιλώντας στην ΕΡΤ και την εκπομπή «Στούντιο 4» τη Δευτέρα 6 Νοεμβρίου η δημοφιλής τραγουδίστρια ανέφερε: «Στο σπίτι υπήρχαν άλλες συνθήκες. Η μητέρα μου είναι δημόσιος υπάλληλος. Μεγάλωσα πολύ με τη γιαγιά μου και τον μπαμπά μου, με κρατούσαν το πρωί. Ήταν ελεύθερος επαγγελματίας ο μπαμπάς μου, οπότε είχε πιο πολύ ελεύθερο χρόνο».
Και έπειτα σχολίασε αναφερόμενη στην κατάσταση της υγείας της μητέρας της: «Το πώς μεγάλωσα είναι μια περίεργη ιστορία, η μαμά μου είχε πολλά θέματα ψυχικής υγείας. Μιλάμε για ιδεοψυχαναγκασμό, οι αγχώδεις διαταραχές έχουν πάρα πολλά είδη, πάρα πολλά κεφάλαια, η μαμά μου είχε ιδεοψυχαναγκασμό. Δεν είμαι και εγώ ειδικός, έχω διαβάσει όμως πάρα πολλά. Μια πρώτη διάγνωση έκανα μόνη μου όταν ήμουν 20 χρονών, 21, γιατί ούσα στη σχολή βρεφονηπιοκόμων, διαβάζοντας ψυχοπαθολογία, ξαφνικά διαβάζω αγχώδεις διαταραχές και φτάνοντας σε αυτό το κεφάλαιο διαβάζοντας λέω: “Και αυτό, και αυτό, και αυτό”».
Κι έπειτα πρόσθεσε η ίδια: «Πάρα πολλά της μαμάς μου ότι θέλει να κάνει τα πράγματα κάθε ημέρα με την ίδια σειρά, ότι είχε χαρτάκια παντού κολλημένα στο σπίτι, ότι τότε πρέπει να γίνει αυτό, τότε το άλλο, ότι δεν μπορούσες να την βγάλεις από το πρόγραμμά της, δυσκολευόταν πάρα πολύ να προσαρμοστεί σε έναν καινούργιο χώρο, δυσκολευόταν πάρα πολύ να φτιάξει τη βαλίτσα της. Ήταν κομμάτι του ιδεοψυχαναγκασμού, ότι όταν έχω μάθει με έναν τρόπο να λειτουργώ, έτσι και πας να με ξεκολλήσεις και να μου το αλλάξεις, χάνω όλο τον έλεγχο, χάνω τη σειρά μου, τη ψυχραιμία μου και γίνομαι μια άλλη».
Επίσης, η Πέννυ Μπαλτατζή μιλώντας για τον θάνατο της μητέρας της τόνισε: «Έχασα τη μητέρα μου το 2018 και πήρα πολύ μεγάλη ανάσα, ανακουφίστηκα πάρα πολύ».
Και στη συνέχεια διευκρίνισε: «Σωματοποιήθηκε η ψυχική της ασθένεια, σε βαθμό που δεν υπήρχε επιστροφή έπαθε ALS, όλα ακινητοποιούνται. Ήθελε κι εκείνη να “φύγει”. Υπήρχαν στιγμές που ήταν στο κρεβάτι, την έβλεπα και της έλεγα πόσο όμορφη ήταν. Θυμάμαι που μου έλεγε θέλω την ελευθερία μου. Τι άλλο μπορεί να θέλω εγώ, λοιπόν, για την μαμά μου, πέρα από το να πετάξει… Ήταν στο νοσοκομείο σε ημικωματώδη κατάσταση και να λέω πεθαίνει τώρα. Και να πηγαίνω στα αφτιά της να της λέω μαμά, μαμά έλα με ακούς, μαμά, μαμά, μαμά με ακούς, μαμάααα! Και τελικά επανήλθε, γυρίσαμε σπίτι και πέθανε μετά από ένα χρόνο. Αλλά αυτό ήταν σαν να την έχασα μια φορά».