Η συμφωνία αποδοκιμάστηκε από τους υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ δήλωσε σήμερα πως η συμφωνία στην οποία κατέληξαν οι 27 χώρες μέλη της ΕΕ για την εις βάθος τροποποίηση του ευρωπαϊκού μεταναστευτικού συστήματος και του συστήματος για το άσυλο είναι “θεμελιώδης” για τη χώρα του.
Σε δηλώσεις ενώπιον του Κοινοβουλίου ο Σάντσεθ εκτίμησε πως είναι «μια θεμελιώδης συμφωνία για την Ισπανία (…) που θα μας επιτρέψει κάτι πολύ σημαντικό: να βελτιώσουμε τη διαχείριση των συνόρων μας (και) να διαχειριστούμε με πιο ανθρώπινο και συντονισμένο τρόπο τις μεταναστευτικές ροές».
Έπειτα από χρόνια δύσκολων συνομιλιών και μακρών συναλλαγών, οι ευρωβουλευτές και εκπρόσωποι των 27 χωρών μελών κατέληξαν σε συμφωνία σήμερα το πρωί για μεταρρύθμιση του ευρωπαϊκού μεταναστευτικού συστήματος, που χαρακτηρίστηκε “ιστορική” από την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αλλά αποδοκιμάστηκε από τους υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Ισπανία είναι μία από τις κύριες πύλες εισόδου μεταναστών στην Ευρώπη, αν και η χώρα συχνά είναι μόνο ένας σταθμός για τους μετανάστες αυτούς που έρχονται από την Αφρική, οι οποίοι μεταβαίνουν στη συνέχεια σε άλλες χώρες μέλη της ΕΕ, κυρίως στη Γαλλία.
Φέτος η χώρα βρέθηκε αντιμέτωπη με ρεκόρ αφίξεων μεταναστών από το 2018, με 52.945 ανθρώπους να εισέρχονται παράνομα στη χώρα από την 1η Ιανουαρίου έως τις 15 Δεκεμβρίου, δηλ. 76% αύξηση σε σχέση με την ίδια περίοδο το 2022, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ισπανικού υπουργείου Εσωτερικών.
Το ισπανικό αρχιπέλαγος των Καναρίων, ανοικτά των βορειοδυτικών ακτών της Αφρικής, αντιμετωπίζει κυρίως φέτος τη χειρότερη μεταναστευτική κρίση του από το 2006 και κατέγραψε θεαματική αύξηση των αφίξεων παράτυπων μεταναστών, προερχόμενων στην πλειονότητά τους από την υποσαχάρια Αφρική.
Το σύμφωνο ασύλου και μετανάστευσης, που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Σεπτέμβριο του 2020, συνίσταται σε μια αναμόρφωση των ευρωπαϊκών κανόνων, έπειτα από την αποτυχία μιας προηγούμενης πρότασης το 2016 στα απόνερα της μεταναστευτικής κρίσης.
Προβλέπει κυρίως αυξημένο έλεγχο των αφίξεων μεταναστών στην ΕΕ, κλειστά κέντρα κοντά στα σύνορα για την πιο γρήγορη αποπομπή όσων δεν έχουν δικαίωμα ασύλου, και έναν μηχανισμό υποχρεωτικής αλληλεγγύης ανάμεσα στις χώρες μέλη από τον οποίο θα επωφελούνται οι χώρες που αντιμετωπίζουν μεταναστευτική πίεση.
Η συμφωνία θα πρέπει ακόμη να εγκριθεί επίσημα από το Συμβούλιο (τις χώρες μέλη) και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με σκοπό την τελική υιοθέτησή της πριν από τις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024.